Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

Χαμένοι στη Μεταρρύθμιση.


Ποιος είναι άραγε ο ορισμός της «μεταρρύθμισης» στη χώρα μας; Ποια είναι τα κρίσιμα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διακρίνουν μιαν απόφαση ώστε να θεωρηθεί «μεταρρυθμιστική»;

Μιλάμε πολλοί για την ανάγκη αλλαγών και μεταρρυθμίσεων στις δομές του κράτους και τις λειτουργίες του κατά κύριο λόγο, αλλά έχω τη βεβαιότητα, ότι μπορεί κι ο καθένας να έχει στο μυαλό του έναν διαφορετικό ορισμό, μια διαφορετική αφετηρία, μια διαφορετική μέθοδο, έναν άλλο τρόπο ή κι έναν άλλο τόπο, ίσως, για την εφαρμογή τους. Η κυβέρνηση, μάλιστα, ονομάζει «μεταρρύθμιση» κάθε νομοσχέδιο που εισάγει στη Βουλή.

Θ’ αναφερθώ συγκεκριμένα, προκειμένου να φανεί, ότι στη δημόσια διοίκηση της χώρας, δεν λείπουν οι γνώσεις, οι ιδέες, οι προτάσεις ή κι η φαντασία ακόμα, εκείνο όμως που κυριαρχεί κι επικαλύπτει όλα αυτά τ’ απαραίτητα και χρήσιμα στοιχεία είναι η σκοπιμότητα κι ο υπολογισμός. Αυτά τα δυο είναι που διακόπτουν κάθε τρεις και λίγο τη συνέχεια, ανακόπτουν τη διάθεση και τελικά ακυρώνουν τα όποια θετικά προκύπτουν από τη συνεργασία και την ανθρώπινη προσπάθεια.

Ο Υπαλληλικός Κώδικας είναι το σύνολο των διατάξεων που ρυθμίζουν την υπηρεσιακή κατάσταση των δημοσίων υπαλλήλων από την πρόσληψη και την εξέλιξή τους, μέχρι το πειθαρχικό δίκαιο και την απόλυσή τους. Από το 1985 που καταργήθηκε η επετηρίδα κι προαγωγές «κατ’ εκλογή» και «κατ’ αρχαιότητα», το πιο ενδιαφέρον, το περισσότερο ελκυστικό και το πλέον τροποποιούμενο, λοιπόν, μέρος αυτού του Κώδικα είναι τα άρθρα που ορίζουν την επιλογή των προϊσταμένων. Αν δεν με απατά η μνήμη μου αυτές οι διατάξεις θα πρέπει να έχουν αλλάξει περισσότερες από έξι μ’ εφτά φορές.

Το σπουδαιότερο όμως δεν βρίσκεται στον κανόνα. Η μεγάλη επινοητικότητα της κάθε αλλαγής βρισκόταν στις «μεταβατικές διατάξεις» του νόμου που τη συνόδευαν. Ο καθορισμός κι η «φωτογραφία» της στιγμής, του παρόντος, στην ανατροπή του status και την τακτοποίηση των υπηρετούντων τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο κατά την κρίση και το δοκούν της εκάστοτε κυβέρνησης βρισκόταν όλη η μαεστρία, αλλά κι όλη η σκοπιμότητα κάθε νομοθετικής πρωτοβουλίας προς αυτήν την κατεύθυνση. ‘Ετσι, δεν είναι τυχαίο, ότι την εναλλαγή του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία, ακολουθεί κατά κανόνα κι αντίστοιχη αλλαγή του συγκεκριμένου κεφαλαίου του Υπαλληλικού Κώδικα.

Η πιο πρόσφατη αλλαγή των διατάξεων για την επιλογή προϊσταμένων είχε γίνει το Μάρτιο του 2010 επί υπουργίας Γιάννη Ραγκούση, λίγο πριν ξεσπάσει η μεγάλη οικονομική κρίση. Εισήγαγε πολλά νέα κι ενδιαφέροντα στοιχεία που κατά τους εμπνευστές του διασφάλιζαν τη διαφάνεια και την αξιοκρατία κατά τη διαδικασία της επιλογής. Περίπλοκο όντως σύστημα κι ενδεχομένως χρονοβόρο και δαπανηρό. Δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί –τουλάχιστον πλήρως– εφόσον οι ραγδαίες ανατροπές που ακολούθησαν στο Δημόσιο δεν άφησαν πολλά περιθώρια. Ελάχιστες οι προαγωγές προϊσταμένων με τη διαδικασία που προβλεπόταν κι ο νόμος όπου εφαρμόστηκε, όπως π.χ. στην περίπτωση της αξιοκρατικής επιλογής γενικών διευθυντών οικονομικών υπηρεσιών κατ’ απαίτηση της τρόικα λόγω μνημονίου, εφαρμόστηκε χωρίς τις προβλεπόμενες εξετάσεις και χωρίς συνέντευξη, μόνο με προκαθορισμένα μόρια.

Τη Δευτέρα εισάγεται προς συζήτηση στη Βουλή το νομοσχέδιο που τον καταργεί. Είχε αναρτηθεί και σε διαβούλευση, όπου –για όσους την παρακολούθησαν– διατυπώθηκαν ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, αλλά και δριμεία κριτική. Οι καινοτομίες του –κατά τον αρμόδιο υπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη– συνίστανται κυρίως στο ότι «οι γραπτές εξετάσεις θα διενεργούνται με τις ίδιες δικλείδες διαφάνειας όπως ακριβώς και οι πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή σε ΑΕΙ και ΤΕΙ» και στο «ότι στις διαδικασίες αξιολόγησης πέραν των εκπροσώπων του ΑΣΕΠ και του Δημοσίου, θα συμμετέχουν και επιλεγμένα στελέχη του ιδιωτικού τομέα ως αξιολογητές». 

Κανείς δεν αισθάνεται, φυσικά, την ανάγκη να εξηγήσει να αιτιολογήσει και να τεκμηριώσει, αν ο προηγούμενος νόμος δεν εφαρμόζεται επειδή, ενδεχομένως, έπασχε γιατί το σύστημά του δεν ακολουθούσε τις πανελλήνιες και στην αξιολόγηση δεν συμμετείχαν κι ιδιώτες. Ψιλά γράμματα, θα μου πείτε, ψιλά γράμματα που γίνονται όμως ακόμα πιο ψιλά από την ανάγνωση των μεταβατικών του διατάξεων, εκείνων που λέγαμε πιο πάνω ότι θα ισχύσουν εδώ και τώρα, εκεί που είναι και το «ζουμί» και που κάποιες απ’ αυτές ούτε στη διαβούλευση δεν αναρτήθηκαν.

Ενώ, λοιπόν –σύμφωνα πάντα με τις μεταβατικές διατάξεις– παύονται με την έκδοση του νόμου όλοι ανεξαιρέτως οι προϊστάμενοι οργανικών μονάδων στο δημόσιο, δίνεται η δυνατότητα στους οικείους υπουργούς κατά την προσωπική τους κρίση, να επιλέξουν και να τοποθετήσουν ως προϊστάμενο όποιον τους αρέσει! Πάντα «μεταβατικά», φυσικά, εφόσον στο αμέσως επόμενο εδάφιο προβλέπεται ότι: «Η ανωτέρω τοποθέτηση προϊσταμένων λήγει αυτοδικαίως με την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος για τις αντίστοιχες θέσεις».

Είναι μόνο αυτό; Όχι, γιατί προφανώς κάποιοι στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης είναι πολύ βιαστικοί. Ενώ, λοιπόν, όλα αυτά τα ωραία για τους προϊσταμένους που θα επιλεγούν απ’ τους Υπουργούς προβλέπεται να εξελιχθούν σ’ έναν ορίζοντα διμήνου και σε κάθε περίπτωση μετά την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων των νέων οργανογραμμάτων, για κάποιους άλλους, για τους γενικούς διευθυντές οικονομικών υπηρεσιών, που είναι οι μόνοι που έχουν επιλεγεί από το ΑΣΕΠ το 2012 με τα κριτήρια του νόμου του Ραγκούση, είναι οι μόνοι που έχουν αναλάβει σε συνεργασία με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το έργο να συμμαζέψουν τους προϋπολογισμούς και τις δαπάνες των Υπουργείων κι είναι οι μόνοι που έχουν συμβάλει στον εκσυγχρονισμό των οικονομικών υπηρεσιών των δημόσιων υπηρεσιών και των φορέων που εποπτεύουν, «κατ’ εξαίρεση» μπορούν να παυτούν άμεσα, με την έκδοση του νόμου.

Οι νέοι γενικοί διευθυντές –λέει– που θα επιλεγούν, θα συμμετάσχουν στο ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο και στο συμβούλιο που θα πάρει τις συνεντεύξεις από τους υπόλοιπους. Με άλλα λόγια, το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης κρίνει, ότι οι πρώτοι και καλύτεροι γενικοί διευθυντές που θα πρέπει οπωσδήποτε να συμμετέχουν στα νέα υπηρεσιακά συμβούλια κι εκείνοι που θα πρέπει να πάρουν τις συνεντεύξεις είναι αυτοί των οικονομικών υπηρεσιών. Η οικονομική εξυγίανση των δημοσίων υπηρεσιών, η σύνταξη των νέων προϋπολογισμών, η εξοικονόμηση πόρων, μπορεί να περιμένει, τώρα –κατά το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης– προέχει οι υπεύθυνοι των οικονομικών υπηρεσιών των Υπουργείων να πάρουν συνεντεύξεις από τους υποψήφιους νέους προϊσταμένους.

Όλα αυτά εντάσσονται στο «μεταρρυθμιστικό» σχέδιο του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης, όπως και το αυθαίρετο σύστημα αξιολόγησης που εισάγεται, όμως δεν χρειάζεται και μεγάλη φαντασία για να διαπιστώσει κανείς, ότι το μόνο που επιδιώκεται είναι η για μια ακόμα φορά βίαιη δημιουργία τετελεσμένων. Είναι η με το μανδύα της νομιμότητας πλήρους κομματικοποίησης των δημοσίων υπηρεσιών.

Αν το υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης ήθελε πραγματικά να πείσει, ότι δεν επιδιώκει με τεχνάσματα του παρελθόντος να εγκαταστήσει τους κομματικά αρεστούς στο σύνολο των θέσεων ευθύνης του δημοσίου, θα φρόντιζε να προετοιμαστούν έγκαιρα μέσω του ΑΣΕΠ όλες τις αναγκαίες προϋποθέσεις και διαδικασίες και θα προέβαινε ταυτόχρονα για όλους και για όλες τις θέσεις στην εφαρμογή τους σύμφωνα με το σύστημα επιλογής που εισάγει. Δίχως μεταβατικές διατάξεις, κατ’ εξαίρεση επιλογές και αυθαίρετες υπουργικές αποφάσεις. Αυτή είναι η ουσία και σ' αυτό η κυβέρνηση και η Βουλή θα πρέπει να πάρουν θέση.

Από ‘κει και πέρα, όσους Αντιπροέδρους του ΑΣΕΠ, όσους βοηθούς συνηγόρου του Πολίτη, όσους δικαστικούς κι ιδιώτες προβλέπεται από το νομοσχέδιο να τοποθετηθούν στα υπηρεσιακά συμβούλια επιλογής, όσες εξετάσεις και διαγωνισμοί, είναι τίτλοι και γράμματα παχιά, που όμως δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για τον δημόσιο υπάλληλο. Οι δημόσιοι υπάλληλοι αυτό που διαπιστώνουν είναι, ότι για μια ακόμα αφορά, μετά από τόσα χρόνια αβεβαιότητας, περικοπών και ανασφάλειας, οι παλαιοκομματικές ταυτότητες κι οι εκλεκτικές συγγένειες ή άλλως «ο μπάρμπας απ΄την Κορώνη» εξακολουθούν να είναι εδώ, ούτε από οικονομική κρίση, ούτε από μνημόνια και τρόικες καταλαβαίνουν, βαφτίζονται «μεταρρυθμιστές» και ξανά προς τη δόξα τραβούν. Εις δόξαν πάντα των μεταβατικών διατάξεων και προς αποθέωση της «μεταρρύθμισης».

Στα χαρτιά, υπάρχει τελικά ο ορισμός της μεταρρύθμισης. Δεν συμφωνείτε;

1 σχόλιο:

Καλοπροαίρετα