Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2008

ΤΟΠΟ ΣΤΑ... ΝΙΑΤΑ



Η διαδικασία –κατά γενική ομολογία– πήγε πολύ καλά. Η εισήγηση του Νίκου Σαλαγιάννη άψογη –οι συναισθηματικές του πινελιές έβγαζαν κάτι από την ξεχασμένη ψυχή μας– κι οι τοποθετήσεις πολλές, τεκμηριωμένες, ενωτικές και με ουσία. Λογικό, να κυριαρχεί ο προβληματισμός κι εναγώνια η αναζήτηση λύσεων.

Στο πάνελ οι ίδιοι εδώ και χρόνια. Τσαλακωμένοι λίγο από τις Δημοτικές εκλογές του 2006, τσιτωμένοι λίγο από τις εσωκομματικές εκλογές του Νοεμβρίου, αλλά τώρα όλοι εκεί. Οι ίδιοι. Οι ίδιες φυσιογνωμίες. Οι ίδιες εκφράσεις. Οι ίδιοι ομιλητές. Οι ίδιες ατάκες.

Μετά από τις εκλογές της 11ης Νοεμβρίου, δόθηκε η ευκαιρία να ξανασυναντηθώ με τον Αλέκο, το Γιάννη, τη Λίτσα κι άλλους φίλους, που οι διαδικασίες αυτές μας έχουν φέρει κοντά. Οι ίδιοι. Ρίχνοντας μια ματιά στην αίθουσα με ευκολία διέκρινες κι άλλες γνωστές φυσιογνωμίες. Τοπική, εκλογές, συνέδρια, συγκεντρώσεις, κινητοποιήσεις –πολύ αραιά εδώ και χρόνια– οι ίδιοι άνθρωποι.

Κάποιος στην τοποθέτησή του μίλησε για την ανάγκη ανανέωσης. Κάποιος άλλος αναφέρθηκε στα «γκρίζα» κεφάλια που κυριαρχούσαν στην αίθουσα. Κάποιος ρώτησε τι γίνεται με τη νεολαία και κάποιος –που γνώριζε από μέσα– αναφέρθηκε στο τι συμβαίνει με τις φοιτητικές παρατάξεις στα Τ.Ε.Ι. και τα Α.Ε.Ι.

Βγαίνοντας και κάπου εκεί στα γνωστά πηγαδάκια της εξώπορτας ήρθα μούρη με μούρη με το Γιάννη, μεγαλοσυνδικαλιστή εδώ και τρεις δεκαετίες σε μια από τις μεγαλύτερες Ομοσπονδίες. Έχει περάσει από πολλά πόστα της Διοίκησης. Λύνει και δένει με άλλα λόγια. Και τώρα που είναι η Νέα Δημοκρατία στα πράγματα, απ’ ότι ακούω έχει τις άκρες του…

«Σκέφτομαι να βάλω για το Συνέδριο», μου είπε διερευνητικά.

«Και δε βάζεις;» τον προέτρεψα κάπως αδιάφορα.

«Να, σκέφτομαι ότι εδώ δεν με γνωρίζουν…» είπε δισταχτικά, για να συμπληρώσει με έκδηλο προβληματισμό:

«…Ρε γαμώτο, παίρνω σύνταξη όπου να’ ναι και θέλω να ‘χω κάτι κι εδώ ν’ ασχολούμαι…»

Τότε μου ήρθε στο μυαλό μια πρόταση που είχε γίνει πιο πριν από κάποιον ομιλητή, να πάνε –είπε –στο συνέδριο νέοι, όπως οι γυναίκες, με ποσόστωση –σαν να πήρε τότε τ’ αυτί μου το Γιάννη ν' αναρωτιέται ψιθυριστά σκύβοντας στη μεριά του διπλανού του: «Καλά, και πού θα τους βρούμε;»

Καλή σου επιτυχία, Γιάννη μου, κι όποιος λέει, ότι αυτά συμβαίνουν κι αλλού, εγώ λέω ότι γι’ αυτό, όχι μόνο οι νέοι, αλλά κι οι περισσότεροι από τους ενεργούς πολίτες έχουν πάει από καιρό στα σπίτια τους…

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2008

ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΑ.ΣΟ.Κ.: ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗΝ… ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ



Σαν σήμερα…

Τέσσερα χρόνια έχουν περάσει σχεδόν από την ήττα του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Μαρτίου του 2004 και την απώλεια της εξουσίας. Τέσσερα χρόνια που τα κυριότερα χαρακτηριστικά τους ήταν έκτοτε για το κόμμα εκλογικές ήττες, εσωστρέφεια, παλινωδίες, προσωπικές αντιπαραθέσεις κι απώλειες. Τέσσερα χρόνια, που η αναζήτηση πολιτικού στίγματος και ξεκάθαρης πολιτικής ταυτότητας οδήγησαν σε κωμικοτραγικούς πολιτικούς ακροβατισμούς -βλέπε αποχώρηση από τη διαδικασία αναθεώρησης- ή αδιέξοδους πολιτικά ακροβολισμούς -βλέπε απαίτηση για πρόωρη διεξαγωγή εκλογών. Μέχρι το κατώφλι της διάσπασης φτάσαμε (ή μήπως το διαβήκαμε και δεν το έχουμε καταλάβει ακόμα;)

Σήμερα είμαστε μπροστά σ’ ένα ακόμα Συνέδριο. Μπροστά σε μια νέα συλλογική διαδικασία, αναζητώντας τον καθορισμό νέου πολιτικού στίγματος και την επιλογή νέας προγραμματικής έκφρασης. Σήμερα καλούμαστε να οριοθετήσουμε νέους άξονες πολιτικών πρωτοβουλιών και να σταθμίσουμε πόσο αντέχουμε να υπερβούμε τα κατεστημένα. (Άραγε έχει αξιολογήσει κανείς μέχρι σήμερα, κι ιδιαίτερα κάποιο από τα καθοδηγητικά όργανα και στελέχη, τα αποτελέσματα του προηγούμενου Συνεδρίου;)

Τα είπαμε όλα…

Είναι γεγονός, ότι με την ευκαιρία κι αυτού του Συνεδρίου αρκετά κείμενα βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Το ΠΑΣΟΚ, πράγματι, διακρινόταν κι εξακολουθεί ως φαίνεται να διακρίνεται για τη φαντασία, τον πλουραλισμό, τη διεισδυτικότητα και τη διορατικότητα της πολιτικής του σκέψης και έκφρασης. Από τη Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη και το Συμβόλαιο με το Λαό μέχρι τις εβδομήντα και μία θέσεις για την επανίδρυση του ΠΑΣΟΚ έχουν περάσει όχι μόνο τρεις και πλέον δεκαετίες, αλλά τέσσερις και βάλε κυβερνητικές τετραετίες. Ο προγραμματικός λόγος απέκτησε με το ΠΑΣΟΚ ουσία και περιεχόμενο, πρότεινε διεξόδους, ύφανε ελπίδες και πρόβαλε οράματα. Η κυβερνητική πρακτική απέκτησε με το ΠΑΣΟΚ κοινωνική διάσταση, υιοθέτησε σύγχρονες πρακτικές, άλλαξε νοοτροπία και προσανατολισμούς.

Ειπώθηκαν όλα. Έγιναν πολλά.

Για να κατορθώσει το ΠΑΣΟΚ να προσφέρει ακόμα περισσότερα, καταρχήν ως κόμμα κι αργότερα ενδεχομένως ως κυβέρνηση, δεν νομίζω ότι έχει ανάγκη ν’ αναζητά μέσα από ρηξικέλευθες προτάσεις και νεφελώδεις προσεγγίσεις την υπέρβαση των σημερινών πολιτικών αδιεξόδων του τόπου. Αντίθετα, όσο πιο απλουστευτική και άμεση είναι η πολιτική του πρόταση, τόσο περισσότερο έχει πιθανότητες ν’ ακουστεί από ένα κοινωνικό ακροατήριο που –κακά τα ψέματα– έχει κορεστεί από υποσχέσεις και λόγια κι έχει κουραστεί να χειροκροτεί και ν’ ακολουθεί.

Με μια οικονομία που λειτουργεί με δανεικά, που αποθεώνει τους έμμεσους φόρους για να καλύψει τρέχουσες ταμειακές ανάγκες, που στοχοποιεί τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους για να προσδιορίσει το ύψος των κρατικών εσόδων, που ανέχεται την παραοικονομία για να εμφανίζει βελτιωμένους κρίσιμους οικονομικούς δείκτες, που ενσωματώνει τον παρασιτισμό και το παραεμπόριο ως μηχανισμούς αναδιανομής της εισοδηματικής ανισότητας, ποιοι θα μας ακούσουν αν μιλήσουμε για «πράσινη οικονομία»;

Με μια δημόσια διοίκηση που λειτουργεί χάρη τη φιλοτιμία μέρους του προσωπικού της, που παραμένει αγκιστρωμένη στα ασφυκτικά γρανάζια του κομματισμού, που αδυνατεί να θέσει και να επιτύχει στόχους, που έχει αλλοτριωθεί από τις εξυπηρετήσεις και τη συναλλαγή, που είναι συγκεντρωτική και σπάταλη, που ταλαιπωρεί τους πολίτες και δυσφημεί τις κρατικές λειτουργίες, ποιοι θα μας ακούσουν αν μιλήσουμε για «επιτελική κυβέρνηση με λιγότερα υπουργεία»;

Με υπηρεσίας υγείας και πρόνοιας που καταρρακώνουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που εξουθενώνουν τους εργαζόμενους, που είναι απαξιωμένες στη συνείδηση των πολιτών, που αποτελούν εστίες σύμπηξης συμφερόντων, που υπολειτουργούν ή προσφέρουν πλημμελείς υπηρεσίες λόγω ελλείψεων προσωπικού και μέσων, που αδυνατούν να υποστηρίξουν αποτελεσματικά την εργαζόμενη μητέρα ή τους απόμαχους της τρίτης ηλικίας, ποιοι θα μας ακούσουν αν πούμε ότι «η μείωση των δαπανών των νοικοκυριών για την υγεία αποτελεί θέμα τιμής για το ΠΑΣΟΚ, ένα λαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα»;

Με την παιδεία να χειμάζει τη στιγμή που σε παγκόσμιο επίπεδο οι γνώσεις καλπάζουν, που η «δωρεάν παιδεία» αποτελεί τη μεγαλύτερη προσβολή και κοροϊδία προς την οικογένεια με παιδιά, που χρησιμοποιεί τους μαθητές ως πειραματόζωα στις «παιδαγωγικές» αναζητήσεις του κάθε υπουργού, που έχει αναγάγει τις «πανελλαδικές εξετάσεις» ως το σύγχρονο κολαστήριο της νέας γενιάς, που αδυνατεί να συγχρονίσει τις βαθμίδες της στις απαιτήσεις ενός κόσμου ευμετάβλητου και απαιτητικού, που η έρευνα νοείται μόνο ως κρατική χρηματοδότηση ή κοινοτικά κονδύλια, ποιοι θα μας ακούσουν αν μιλήσουμε για την ίδρυση «Κέντρων Αριστείας τόσο στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα όσο και στα ερευνητικά κέντρα»;

Ποιοι είμαστε…

Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, πρώτα – πρώτα ποιοι είμαστε, με ποιους είμαστε, τι εκτιμούμε πως χρειάζεται ο τόπος κι η κοινωνία και τι προτείνουμε. Κανείς δεν περιμένει ν’ ανακαλύψουμε ξανά την πυρίτιδα. Κι όμως «παίζοντας» με τις λέξεις –νέα αλλαγή, επανίδρυση, νέα αφήγηση, Δημοκρατικός Σοσιαλισμός κ.λπ.– δείχνουμε όχι μόνο ότι δεν έχουμε διδαχθεί τίποτε από την ιστορία μας, αλλά ότι εξακολουθούμε ν’ αγνοούμε πεισματικά τι έχει ανάγκη ν’ ακούσει η κοινωνία σήμερα.

Η φυσιογνωμία και τα πολιτικά χαρακτηριστικά του κόμματός μας δεν προκύπτουν in vitro μέσα από καταστατικές διατάξεις και προγραμματικές διακηρύξεις. Αναδεικνύονται σε κάθε ευκαιρία από τις πολιτικές θέσεις που συνολικά προβάλλονται, αναδύονται από την καθημερινή αντιπαράθεση με κυβερνητικές ή άλλες αντιλαϊκές πολιτικές, μορφοποιούνται από τη σύλληψη κι έκφραση των κοινωνικών προβληματισμών και αναγκών, κυριαρχούν από την οργανωμένη, συστηματική κι αποτελεσματική προβολή τους σε κάθε πολίτη, σε κάθε κοινωνική κατηγορία, στρώμα, ομάδα.

Είναι φανερό πια, πως στη σημερινή συγκυρία οι πολίτες δεν θα μας ξαναεμπιστευτούν να τους κυβερνήσουμε, αν προηγουμένως δεν κατορθώσουμε εμείς πρώτα να πεισθούμε, ότι δικαιούμαστε αυτή την ευκαιρία. Αν εμείς πρώτα δεν αποδείξουμε έμπρακτα πως μπορούμε να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Αν εμείς πρώτα δεν «χωνέψουμε», πως η διακυβέρνηση δεν είναι αυτοσκοπός για την ύπαρξή μας, αλλά το μέσο για την υλοποίηση των αρχών και των ιδεών μας, της πολιτικής μας πρότασης.

Ας μιλήσουμε, λοιπόν, πρώτα για τα απλά, για τα αυτονόητα. Ας ακουστεί, επιτέλους, και με την ευκαιρία αυτού του συνεδρίου το εφικτό, το ρεαλιστικό, το αναγκαίο. Ως πότε θα ευελπιστούμε να πείσουμε και να μας εμπιστευτούν ξανά οι πολίτες, διακηρύττοντας μεγαλεπήβολα οράματα και αναμασώντας νεφελώδη τσιτάτα περί αναγκαίων κοινωνικών ανασχηματισμών και μεταλλάξεων; Ως πότε πια τα «εισαγόμενα» μοντέλα (σουηδικά, γερμανικά κ.ο.κ.) θα «κουκουλώνουν» όπως-όπως τις αδυναμίες ή ανεπάρκειές μας να εμπνευστούμε, να σχεδιάσουμε και να προτείνουμε καίριες κι αποτελεσματικές θεσμικές αλλαγές που κρίνουμε ότι χρειάζεται η πατρίδα κι η κοινωνία μας;

Οι πολίτες δεν προσδοκούν από το ΠΑΣΟΚ να υποσχεθεί ότι την επαύριον των εκλογών θ’ ανοίξουν τα πορτοφόλια τους και θα ’ναι γεμάτα. Ούτε ότι όλοι θα βρουν αύριο το πρωί τα παιδιά τους δουλειά στο δημόσιο. Προσδοκούν όμως ν’ ακούσουν, πώς προτίθεται το ΠΑΣΟΚ με συγκεκριμένες παρεμβάσεις να προστατέψει το εισόδημά τους από την ακρίβεια. Περιμένουν ν’ ακούσουν πώς είναι δυνατόν να μορφώνουν τα παιδιά τους χωρίς να έχουν συνεχώς το χέρι στην τσέπη. Επιθυμούν ν’ ακούσουν ποια μέτρα μπορούν να ληφθούν, ώστε να μην ταλαιπωρούνται στις ουρές των δημοσίων Υπηρεσιών και να μην έχουν έτοιμο παντού το «φακελάκι». Για την καθημερινότητά τους αναζητούν λύσεις, λύσεις κι όχι εκθέσεις ιδεών, όχι διαπιστώσεις, όχι ασκήσεις επί χάρτου. Υπάρχουν; Ασφαλώς κι υπάρχουν! Όχι μαγικές ή ουρανοκατέβατες, αλλά βγαλμένες μέσα από τη ζύμωση των ιδεών και των αρχών μας, της εμπειρίας και του μόχθου μας, της γνώσης και της φαντασίας μας.

Προτεινόμενες πολιτικές

Σε τρεις άξονες θα μπορούσαν να εκταθούν και να εξειδικευτούν σε πρώτη φάση οι προτεινόμενες πολιτικές:

1) Κοινωνική δικαιοσύνη

2) Πολιτική και διοικητική ανάπτυξη

3) Νέα γενιά

1) Στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης κοινωνικής δικαιοσύνης εντάσσονται όλες οι πολιτικές και τα μέτρα που στοχεύουν στην άμεση και μεσοπρόθεσμη αποκατάσταση στρεβλώσεων και δυσλειτουργιών της οικονομίας, της διοίκησης, των πολιτικών δικαιωμάτων. Ειδικότερα αναφερόμαστε στις πολιτικές για τα εισοδήματα, το φορολογικό σύστημα, τις δημόσιες επενδύσεις, την αγορά και τον ανταγωνισμό, τη νομιμότητα και την απλούστευση των διαδικασιών, τις εφαρμογές της σύγχρονης τεχνολογίας, τον κοινωνικό χαρακτήρα της υγείας και της παιδείας, την κοινωνική αλληλεγγύη και πρόνοια, την ισονομία και την απόδοση δικαιοσύνης, τα κοινωνικά δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Ποιος θεωρεί, ότι ο ρόλος του «δημοσίου» στις μέρες μας πρέπει να είναι ρόλος πολιτικάντη της δεκαετίας του ’60; Ποιος ισχυρίζεται, ότι ο δημόσιος κορβανάς υπάρχει για την εξυπηρέτηση της κομματικής μας πελατείας ή ποικίλων συμφερόντων που συνωθούνται γύρω απ’ αυτήν;

Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι η «αποπροσωποποίηση» των διαδικασιών, μέσω της επέκτασης των Κέντρων Εξυπηρέτησης των Πολιτών και την καθιέρωσή τους ως γραφεία υποδοχής και μέριμνας για τη διεκπεραίωση οποιασδήποτε υπόθεσης των πολιτών απαιτεί τη συναλλαγή του με τις δημόσιες υπηρεσίες (π.χ. έκδοση πιστοποιητικών, αδειών, εγγράφων κ.λπ.), θα μπορούσε να συμβάλει στον περιορισμό της ταλαιπωρίας των πολιτών, την πάταξη της διαφθοράς και της συναλλαγής και στη θεσμοθέτηση διαδικασιών αξιολόγησης των δημοσίων υπηρεσιών.

Παράλληλα, η καθιέρωση δεικτών αποτελεσματικότητας των δημοσίων υπηρεσιών σε συνάρτηση με την εισαγωγή απλούστερων διαδικασιών αποτελεσματικότερης λειτουργίας σε συνάρτηση με την εξυπηρέτηση των πολιτών, με σκοπό την επιβράβευση και την παροχή κινήτρων προς τους εργαζομένους για τη διατήρηση και περαιτέρω βελτίωση των υπηρεσιών αυτών, συμβάλλει στην διαρκή αξιολόγηση των δημοσίων υπηρεσιών που σχετίζονται κατ’ αρχήν με την εξυπηρέτηση των πολιτών, αλλά νομιμοποιεί και θέτει κάτω από τον οιονεί κοινωνικό έλεγχο τις οποιεσδήποτε πρόσθετες παροχές ή διευκολύνσεις προς το προσωπικό των υπηρεσιών αυτών.

2) Η πολιτική ανάπτυξη κι η περαιτέρω θωράκιση της δημοκρατίας, μέσω της διοικητικής αναδιοργάνωσης και της αποκέντρωσης πόρων και αρμοδιοτήτων, δεν μπορεί παρά να αποτελεί στρατηγικής σημασίας στόχο για την οικονομική και πολιτική ανάπτυξη του τόπου. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται όλες οι πολιτικές που αφορούν τους θεσμούς αντιπροσώπευσης, τον επαναπροσδιορισμό του πολιτικού χάρτη της χώρας, την αποκεντρωμένη λειτουργία των οργάνων του κράτους, τους θεσμούς συμμετοχής κι ελέγχου, τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης και αμοιβαίας υποστήριξης με τους πολίτες, τους μετανάστες, τις μειονότητες, τις οργανώσεις και τα κινήματα, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στις εσωτερικές κι εξωτερικές συναλλαγές και συνεργασίες, την αξιοκρατία, τη διαφάνεια και την ενημέρωση.

Ποιος πιστεύει άραγε ακόμα σήμερα, ότι μέσω της ακολουθούμενης εξαντλητικής νομοθετικής διαδικασίας υπηρετείται η νομιμότητα και το δημόσιο συμφέρον; Ποιος εκτιμά, ότι οι Δήμοι με τη σημερινή τους μορφή κι οργάνωση προσφέρουν στην οικονομική ανάπτυξη και την εξυπηρέτηση των πολιτών;

Ενδεικτικά, προτείνεται η δημιουργία ανεξάρτητων και απόλυτα εξειδικευμένων υπηρεσιών περιβάλλοντος σε κάθε νομό, με αρμοδιότητες σχεδιασμού, οργάνωσης, υλοποίησης και ελέγχου αποδοτικότητας, πολιτικών και μέτρων σχετικών με την προστασία, τη βελτίωση, την ανάπτυξη και την ανάπλαση του περιβάλλοντος και τη διαχείριση των διατιθέμενων φυσικών και υλικών πόρων. Οι υπηρεσίες αυτές συγκροτούν πανελλήνιο δίκτυο υπό την εποπτεία, ως προς τους στρατηγικούς στόχους, τις ακολουθούμενες πολιτικές και την αποτελεσματικότητά τους, αρμόδιου κυβερνητικού οργάνου (όχι κατ’ ανάγκη υπουργού).

Είναι αυτονόητο, ότι οι υπηρεσίες αυτές καθορίζουν το γενικό περιβαλλοντικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της περιοχής ευθύνης τους και μετά από αξιολόγηση ενσωματώνουν υπηρεσίες, προσωπικό, συλλογικά όργανα, διαδικασίες και πόρους, που υφίστανται και λειτουργούν κάτω από τις υφιστάμενες σήμερα συνθήκες.

Με τον τρόπο αυτό στην κατά τόπο ανάπτυξη εισάγεται κατά οργανωμένο τρόπο μια βασική παράμετρος, που ακούει στο όνομα περιβάλλον και καθορίζεται για όλη τη χώρα, ενιαία ως προς τις αρχές, συστηματικά ως προς τα μέσα κι ελεγχόμενα ως προς τα αποτελέσματα, από φορείς της πολιτείας κι όχι από διάσπαρτες ανά την επικράτεια υπηρεσίες, φορείς κι επιτροπές ή από τα ποικίλα συμφέροντα και τους εργολάβους.

3) Με τον προσδιορισμό «Νέα Γενιά» οριοθετείται η ελπίδα, το μέλλον, το όραμα. Όλοι δηλώνουν πως γι’ αυτήν αγωνιούν, μεριμνούν, νοιάζονται, προσδοκούν. Δεν οραματιζόμαστε το ανέφικτο, το εξωπραγματικό, το ελκυστικό, αλλά μέσα από συγκεκριμένες προτάσεις, ανατροπές, δεσμεύσεις κι ενέργειες τοποθετείται ως κινητήριος μοχλός των πολιτικών επιλογών η αναγνώριση, η ανάδειξη, η ανάπτυξη και η καταξίωση των νέων, αλλά κι όσων εξακολουθούν να αισθάνονται νέοι ή κοντά στους νέους. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται επιλογές που αφορούν την οικογένεια όποια μορφή αυτή κι αν έχει, τη γυναίκα σε όλες της τις ατομικές και κοινωνικές δραστηριότητες κι ανάγκες, τη μόρφωση μέσω της εκπαίδευσης αλλά και ως διάχυτης κουλτούρας και καλλιέργειας, τον πολιτισμό ως αξία και ως στάση ζωής, την πρόληψη και καταπολέμηση των κοινωνικών παθολογιών (ναρκωτικά, βία, παιδεραστία κ.λπ.), την ανανέωση θεσμών, οργάνων, διαδικασιών που αφορούν, σχετίζονται κι ενδιαφέρουν τη Νέα Γενιά.

Ποιος πιστεύει ότι το σχολείο με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που ακολουθείται σήμερα, προσφέρει τις αναγκαίες γνώσεις και εφόδια στους μαθητές; Ποιος νομίζει πλέον, ότι αποτελεί υγιή κοινωνική συμπεριφορά η ανάγκη στήριξης των νέων από τους προγόνους τους μέχρι τα βαθειά τους γηρατειά;

Ενδεικτικά, προτείνεται η κατάργηση του θεσμού της δωρεάν διάθεσης των βιβλίων σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες, γεγονός που συμβάλει στη σύμπηξη ποικίλων εκδοτικών και άλλων συμφερόντων στο χώρο της εκπαίδευσης και στην εν πολλοίς ανεξέλεγκτη κατασπατάληση οικονομικών πόρων. Αντ’ αυτού εισάγεται ο θεσμός της ελεύθερης επιλογής βιβλίου ή βιβλίων, στη βάση ενός minimum δεδομένου και δεσμευτικού για τον διδάσκοντα κορμού διδακτέας ύλης.

Στόχος αυτής της διαδικασίας είναι προφανώς η κριτική και συγκριτική ανάλυση, η όξυνση της αντιληπτικής ικανότητας και της κατανόησης, η εμπέδωση των γνώσεων κι η εξάλειψη της αποστήθισης και της παπαγαλίας. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, δίχως να γίνεται δυσβάσταχτη η επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού, είναι προφανή τα οικονομικά μεγέθη που εξοικονομούνται από αυτή την καινοτομία (κοντά στα έξοδα εκτύπωσης βάλτε τις αποζημιώσεις των ποικιλώνυμων οργάνων κι επιτροπών που εμπλέκονται σ’ αυτή τη διαδικασία από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, μέχρι τις συγγραφικές ομάδες και τις –λεγόμενες– Επιτροπές Αξιολόγησης). Αυτοί οι πόροι αποτιμώνται κι επανεπενδύονται αποκλειστικά για την κάλυψη άλλων εκπαιδευτικών αναγκών είτε σε υποδομές, είτε σε προσωπικό, είτε σε υλικοτεχνικά μέσα, αλλά και στην διάθεση βιβλίων στους άπορους μαθητές.

Αποτυπώνοντας τις παραπάνω σκέψεις, δεν θεωρώ ότι κόμισα γλαύκα ή έκανα κάποιον περισσότερο σοφό απ’ ό,τι είναι. Αν όμως κατόρθωσα, έστω και στο ελάχιστο να φανερώσω τη διάσταση που διακρίνω κατά τη γνώμη μου, ανάμεσα σ’ αυτά που ο μέσος πολίτης –γιατί τέτοιον θεωρώ τον εαυτό μου– κατανοεί και περιμένει ν’ ακούσει σήμερα απ’ το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και σ’ αυτά που προτείνονται ως προγραμματικές θέσεις ενόψει του Συνεδρίου, θα το θεωρήσω ως τη σημαντικότερη συμβολή μου στην πορεία προς το Συνέδριο και τη διαδικασία ανασυγκρότησης του Κινήματος.