Τα τελευταία χρόνια το θέμα των σχολικών βιβλίων έρχεται και επανέρχεται στο προσκήνιο των συζητήσεων για την παιδεία. Ιδιαίτερα μάλιστα μετά τη δημοσιότητα που πήρε το θέμα με αφορμή τη διαμάχη για το περιεχόμενο του βιβλίου Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού (2006-2007) από τη συγγραφική ομάδα με επικεφαλής την καθηγήτρια Πανεπιστημίου Κα Μαρία Ρεπούση, αλλά και το βιβλίο των Θρησκευτικών της ίδιας χρονιάς και πάει λέγοντας.
Απέναντι στο πρόβλημα, η στάση του Υπουργείου Παιδείας, που έχει την πολιτική ευθύνη, αλλά και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, που από την πλευρά του έχει την ευθύνη συγγραφής των βιβλίων, ήταν πέρα για πέρα αντιφατική, δισταχτική και άκρως καιροσκοπική. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι τα πέντε προηγούμενα χρόνια επί κυβερνήσεων Νέας Δημοκρατίας άλλαξαν τρεις υπουργοί και ξεκίνησε δυο φορές διάλογος για την παιδεία από μηδενική βάση. Ακριβώς στο μηδέν βρισκόμαστε και σήμερα. (Αλήθεια, ξέρει κανείς πότε θα διανεμηθούν επιτέλους στα σχολεία τα… «Ματωμένα χώματα»;)
Τα σχολικά βιβλία είναι γεγονός, ότι αποτελούν στις μέρες μας ένα από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του συστήματος της λεγόμενης «δωρεάν» παιδείας. Είναι ένας θεσμός αναχρονιστικός, πολυέξοδος, αναποτελεσματικός που έχει κλείσει πλέον τον ιστορικό του κύκλο.
Στην διαπίστωση αυτή δεν μας οδηγεί μόνο η αλματώδης τεχνολογική πρόοδος και των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι εφαρμογές της στην εκπαίδευση, αλλά προπαντός το γεγονός, ότι με το σημερινό σύστημα διαιωνίζεται η παπαγαλία και η αποστήθιση, εξαιτίας της μορφωτικής μονομέρειας της αυθεντίας και του αλάθητου του ενός και μοναδικού βιβλίου ανά μάθημα.
Ταυτόχρονα, η ανάγκη της κάθε συγγραφικής ομάδας να διαφοροποιηθεί κατά το δυνατόν από την προηγούμενη, έχει οδηγήσει στην αναφορά μέσα στα σχολικά βιβλία τέτοιου όγκου δευτερευουσών και τριτευουσών λεπτομερειών, σε βαθμό που χάνεται η ουσία, αλλά και το ενδιαφέρον των μαθητών.
Εξάλλου, είναι γνωστό σε όλους, ότι τα σχολικά βοηθήματα των εκδοτικών οίκων, έχουν αναχθεί σε επιστημονικές μονογραφίες και συναγωνίζονται –αν όχι ξεπερνούν– σε πλουραλισμό και σαφήνεια αυτά καθαυτά τα σχολικά βιβλία. Το γεγονός, ότι έχει εκδοθεί βοήθημα ακόμα και για τα θρησκευτικά, δεν έχει να κάνει μόνο με τον μαθησιακό «αφιονισμό» της σύγχρονης ελληνικής οικογένειας, αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό και με το δυσνόητο περιεχόμενο του σχολικού βιβλίου (μια ματιά π.χ. στο βιβλίο Θρησκευτικών ή της Ιστορίας της Β’ Γυμνασίου είναι αρκετή).
Με ικανοποίηση άκουσα το Γιώργο Παπανδρέου την περασμένη Κυριακή (22-2-2009 ) στην Αθηναΐδα, ν’ αναφέρεται –μεταξύ των άλλων– και στο θέμα των σχολικών βιβλίων και του τρόπου διδασκαλίας, αναλύοντας ποιοι είναι για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οι: «Πέντε Εθνικοί Στόχοι: Το σχέδιό μας για τη χώρα».
«Δημόσιο σχολείο με υπολογιστές, γρήγορο internet, ανοιχτές ψηφιακές βιβλιοθήκες. Με την ξένη γλώσσα να γίνεται κτήμα μέσα στο δημόσιο σχολείο. Κάθε παιδί, το δικό του ηλεκτρονικό βιβλίο. Άμεση δηλαδή και εύκολη πρόσβαση σ’ ένα τεράστιο όγκο γνώσεων και πληροφοριών, που θα αναιρεί την ανάγκη απλής αποστήθισης, και θα κάνει το σχολείο, χώρο συνεχούς έρευνας μιας όμορφης εκπαιδευτικής ανακάλυψης, με μια νέα, δημιουργική σχέση μεταξύ δασκάλου και μαθητή».
Είμαι από εκείνους που σταθερά υποστήριξαν και υποστηρίζουν την κατάργηση της δωρεάν διανομής του ενός βιβλίου στα σχολεία και αυτή η προσεχτική διατύπωση κινείται κατά τη γνώμη μου προς την κατεύθυνση αυτή. Φανερώνει, ότι υπάρχει η πρόθεση από το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να θέσει σε εντελώς διαφορετική βάση, από αυτήν που μέχρι σήμερα γνωρίζαμε, όχι μόνο το θέμα των σχολικών βιβλίων, αλλά όλης της διδακτικής διαδικασίας και του τρόπου που γίνεται το μάθημα στο σχολείο.
Φυσικά, μια εξαγγελία αυτής της μορφής αφορά μια όψη μόνο από τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα πρέπει να γίνουν στο σύνολο του εκπαιδευτικού μας συστήματος, πράγμα που σημαίνει ουσιαστικό διάλογο με όλους τους ενδιαφερόμενους πάνω σε καλοσχεδιασμένο πρόγραμμα, με χρονοδιάγραμμα, με εξασφαλισμένους πόρους, με ευελιξία, με διαφάνεια κι αποφασιστικότητα. Μια εξαγγελία που θα τολμήσει να γίνει πράξη αδιαφορώντας για το «πολιτικό κόστος», αλλά και για τη δημιουργία πρόσκαιρων αποτελεσμάτων –αμφίβολης εμβέλειας– και άμεσων εντυπώσεων χάριν της επικοινωνιακής επιτυχίας.
Τέτοιου είδους εξαγγελίες, έχει ανάγκη ο τόπος, που φέρνουν νέα προσέγγιση και φρέσκια ματιά στα μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα του τόπου και τοποθετούν σε νέες βάσεις την πολιτική διαδικασία, προσδίδοντάς της κάτι από το χαμένο κύρος και την αξιοπιστία της. Οψόμεθα…
ΦΩΤΟ κεφαλίδας: Βάσω Γώγου, από το βιβλίο Θρησκευτικών της Β' Γυμνασίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Καλοπροαίρετα