Κυριακή 7 Δεκεμβρίου 2014

Πληγωμένη Αθήνα.


Είναι πληγωμένη αυτή η πόλη. Οι άνθρωποί της είναι πληγωμένοι. Όσοι έχουν μείνει πια από 'κείνους. Εκείνοι που αντιστέκονται, εκείνοι που επιμένουν, εκείνοι που δεν μπορούν, εκείνοι που δεν θέλουν. Πληγωμένοι είναι κι οι νιόφερτοι. Εκείνοι που κυνηγήθηκαν, εκείνοι που απειλήθηκαν, εκείνοι που ξεσπιτώθηκαν, εκείνοι που τα κατάφεραν. Πληγωμένοι κι εκείνοι που η αγάπη φέρνει τα βήματά τους δίπλα της.

Πληγωμένα είναι τα χρόνια κι οι μέρες που τη βρήκαν. Μια μεγάλη πληγή στην καρδιά της. Μικρές πληγές, αμυχές και μώλωπες σε όλες της τις γειτονιές. Υπόγεια που στενάζουν από στοίβες ψυχών που αναστενάζουν. Γκαρσονιέρες και δυάρια του μεροκάματου, του μαύρου χρήματος, της κούρασης και του πόνου, του ποδαρόδρομου και της αναμονής. Ρετιρέ και τριάρια του παρκέ, της κλειδαριάς ασφαλείας, της μοναξιάς.

Οι τοίχοι γράφουν την ιστορία της. Λίγοι τη διαβάζουν, λιγότεροι την καταλαβαίνουν. Οι πολλοί περνούν απ' αλλού. Τα παλιά, τα «νεοκλασικά» βαρέθηκαν πια κι αφέθηκαν στου χρόνου τη λησμονιά -όσα ακόμα απομένουν. Βαρέθηκαν και τα μπακάλικα, τα μανάβικα κι οι φούρνοι αποτραβήχτηκαν. Οι νεωτερισμοί ξεχάστηκαν μπροστά στις βιτρίνες των πολυκαταστημάτων και στα λαμπιόνια που φωτίζουν τα μελαγχολικά της βράδια.

Κάθε της δρόμος μια χαρακιά στη μέρα, κάθε στενό μια μαχαιριά στη νύχτα. Δρόμοι της ξενιτιάς, του φόβου, του πουθενά. Πλατείες της θλίψης, του άγνωστου, του τίποτα. Άνθρωποι, ιστορίες, ζωές. Ένα κουβάρι πληγές, φόβοι και συναισθήματα. Αγάπη, μίσος, θυμός, ελπίδα. Χρώματα κι αποχρώσεις, φωνές και λαλιές άγνωστες, ξένες, ανακατεμένα με μυρωδιές παράξενες κάτω απ' τ' ακροκέραμα, παραδίπλα απ' την τσίκνα του ντονέρ. Η βία δένει κόμπο τις καρδιές, κλείνει το μάτι σ' όλους τους φασισμούς.

Πλατεία Αμερικής και Κυψέλη, Πλατεία Κυριακού κι Αριστοτέλους, Άγιος Παντελεήμονας, Άγιος Μελέτης, Άγιος Παύλος. Άγιος Λουκάς. Πατήσια. Πώς έχει κρυφτεί τόσο μίσος και τόση απελπισία; Πώς χώρεσαν εκεί που ο έρωτας για τη ζωή έκρυβε μόνο τα φιλιά του σε ραντεβού κρυφά, μα φεγγαρόλουστα, που μύρωνε το γιασεμί ή κάποιο αγιόκλημα;

Σταδίου, Αιόλου, Ευαγγελιστρίας. Πλατεία Ομονοίας, Λαυρίου, Βάθη, Κουμουνδούρου, Εξαρχείων. Χαυτεία, Πανεπιστημίου, Σύνταγμα. Σε ποια σκοτάδια μέσ' στις κραυγές και στους καπνούς κρύφτηκαν εκείνα τα Χριστούγεννα; Εκεί που ο Λαμπρόπουλος, το Μινιόν, οι Αγιοβασίληδες, είχαν κρυμμένα τα γιορτινά παιχνίδια μας και κάποιες φορές και κάποια ολοκαίνουργια μποτάκια;

Δεν της ταιριάζει η θλίψη αυτής της πόλης. Δεν της ταιριάζει αυτή η ασχήμια, η ερημιά. Δεν της ταιριάζει η βία. Η νοσταλγία όμως δε γιατρεύει τις πληγές της, ούτε γλυκαίνει τον πόνο, το θυμό, τη μοναξιά ή την απελπισία που κυλά στους δρόμους της. Η κατανόηση κι η συμπόνια ταιριάζουν στους ανήμπορους κι αυτή η πληγωμένη πόλη, ούτε ανήμπορη είναι, ούτε μόνη. Οι πληγές που το κορμί της τυραννάνε από αδιάφορους διαβάτες δεν γιατρεύονται, ούτε περαστικούς αγνώστους συγκινούν. Ούτε από υποχρέωση αρμοδίων, ούτε κι από «κονδύλια» αναρμόδιων. Οι πληγές δεν κλείνουν με το φόβο πάνω στο φόβο, ούτε με το σκοτάδι πάνω στο σκοτάδι. Κλείνουν με έργα ανθρώπων. Με δουλειά πολύ, μεράκι, αφοσίωση και γνώση.

Αυτή η πόλη, αυτό που θέλει -όπως το νιώθω τούτη την ώρα εγώ τουλάχιστον- είναι να την αφήσουν ήσυχη. Αν την αγαπούν να την αφήσουν επιτέλους να γαληνέψει. Αυτή μπορεί να τα βρει με τους ανθρώπους της. Αυτούς που αντιστέκονται, αυτούς που επιμένουν, αυτούς που δεν μπορούν, αυτούς που δεν θέλουν να φύγουν. Αλλά, κι αυτούς που κυνηγήθηκαν, αυτούς που απειλήθηκαν, αυτούς που ξεσπιτώθηκαν, αυτούς που τα κατάφεραν να μείνουν. Μαζί τους μπορεί -και μια χαρά μάλιστα- να τα καταφέρει. Να συνεννοηθεί, να καταλαγιάσουν οι φόβοι, να διαλυθούν οι καπνοί, να φωτιστούν και πάλι οι δρόμοι με χαμόγελα, να γεμίσουν οι πλατείες με παιδικές πολύχρωμες φωνές, με έρωτες.

Σ' αυτή την πόλη, που πρώτα θα σεβαστούμε τις επιθυμίες της δείχνοντας αγάπη και δεν θα την ξανακάνουμε θύμα τής βίαιης βουλιμίας μας για όλα, μπορεί να ξανάρθουν τα Χριστούγεννα. Εκείνα τα Χριστούγεννα, που μπορεί να μην είναι ονειρικά και λαμπιόνια ή μποτάκια να μην φέρνουν, αλλά να έχουν ανθρωπιά, γαλήνη ψυχής και μια αγκαλιά ανοιχτή για όλους, ακόμα και για 'κείνους που η ζωή δεν τους χαρίστηκε, στα πληγωμένα χρόνια που μας βρήκαν, να έχουν μια ζεστή γωνιά, αγαπημένους δίπλα, σιγουριά και μία πόλη φιλόξενη και γιορτινή σαν την Αθήνα.

6 σχόλια:

  1. Όμορφο πολύ, αληθινό, γεμάτο συγκίνηση, το κείμενο σου!!! Να ΄σαι καλά Ευάγγελε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ναι Ευάγγελε!
    Αυτή η πόλη έχει ανάγκη από γαλήνη.
    Το φωνάζει με όση δύναμη τις έχει απομείνει από τις επιδρομές των μονίμως επαναστατημένων.
    Σαν να θέλει να μας πει ότι αγώνας δεν είναι να γκρεμίζεις ότι με κόπο έχει καταφέρει να χτίσει ο διπλανός σου γιατί αν δεν υπήρχε αυτός ο διπλανός και ο κόπος του δεν θα υπήρχε και υλικό για γκρέμισμα.
    Για να γκρεμίσουμε πρέπει πρώτα να χτίσουμε.
    Με το μόνιμο γκρέμισμα όμως κάποιοι κάποτε θα βρεθούν μπροστά σε μια δυσάρεστη έκπληξη να μην υπάρχει ούτε ένα τούβλο να το πετάξουν στο κεφάλι των……μπάτσων,γουρουνιών,δολοφόνων!
    Ξέρεις τι είναι βρε "πατριώτη" να μην βρίσκεις τούβλο να πετάξεις στην κουρούπα του εχθρού σου και να αναγκαστείς να του πετάς…..λουλούδια;
    Τις φιλούρες μου

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ιστορίες για αγρίους, xristin μου. Κάθε τρεις και λίγο η Αθήνα μετατρέπεται σε πεδίο μάχης ενός πολέμου που μας βάζει όλους στη θέση του ηττημένου.

      Δυστυχώς, όσο δεν καταδικάζονται απερίφραστα αυτές οι πρακτικές θα επαναλαμβάνονται τα ίδια θλιβερά επεισόδια. Κάποιοι παίζοντας τον "επαναστάτη", επιτρέπουν με τη στάση τους στην κρατική καταστολή να γιγαντώνεται και να τρομοκρατεί όλους σε κάθε ευκαιρία.

      Η βία γεννά βία, αλλά δυστυχώς τα "τούβλα" είναι ατελείωτα, καλή μου φίλη...

      Διαγραφή
  3. καλημερα! περασα να ευχηθω μια ομορφη και γλυκια εβδομαδα! να εισαι καλα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Καλοπροαίρετα