Η Τσικνοπέμπτη μπορεί να πέρασε με τιμή και δόξα, αλλά το «τσίκνισμα» για τους δημοσίους υπαλλήλους, όπως φαίνεται, μόλις αρχίζει. Έχω την εντύπωση, ότι ένα συναίσθημα ικανοποίησης κατακλύζει τους πολίτες στο άκουσμα των ρυθμίσεων που διαδοχικά βλέπουν το φως της δημοσιότητας και αφορούν τους μισθούς, τα επιδόματα και τις κάθε είδους και μορφής απολαβές της συμπαθούς αυτής επαγγελματικής κατηγορίας.
Η 48ωρη απεργία τελωνειακών και εφοριακών υπαλλήλων, η πρώτη κινητοποίηση δημοσίων υπαλλήλων -πριν κι απ’ αυτή ακόμα της προσεχούς Τετάρτης που έχει προκηρυχτεί από την ΑΔΕΔΥ- ως αντίδραση για τα σχεδιαζόμενα κυβερνητικά μέτρα, αποκαλύπτει το μέγεθος της αυτοδυναμίας και της ισχύος που έχουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των συγκεκριμένων υπαλλήλων.
Από τις μεγαλύτερες οργανώσεις δημοσίων υπαλλήλων -μαζί με τους καθηγητές, τους νοσοκομειακούς γιατρούς και τους δασκάλους- οι εφοριακοί κι οι τελωνειακοί, κατευθύνουν αποφασιστικά την πολιτική της ΑΔΕΔΥ, αλλά και τις τύχες χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, που ανήκουν στη δύναμή της.
Οργανώσεις που στο παρελθόν έχουν σταθεί τα πανίσχυρα εμπόδια, όσες φορές επιχειρήθηκε να σχεδιαστεί ενιαίο μισθολόγιο για τους εργαζόμενους στο δημόσιο, εξαιτίας του μεγέθους της μισθολογικής απόκλισης μεταξύ των υπαλλήλων των παραπάνω κλάδων με τους υπόλοιπους κλάδους των εργαζομένων στο δημόσιο. Η μόνιμη επωδός των συνδικαλιστικών βαρόνων της ΑΔΕΔΥ στις εύλογες «γκρίνιες» άλλων κλάδων υπαλλήλων για την επιδοματική εκτόξευση των υπαλλήλων αυτών των «προνομιούχων» κλάδων, είχε λίγο – πολύ το νόημα: Μην ασχολείστε με τους άλλους. Διεκδικήστε κι εσείς να τους φτάσετε.
Δεν φταίνε οι εργαζόμενοι. Όπως σε κάθε περίπτωση δεν ευθύνονται κι οι πολίτες για τη δεινή θέση που έχουμε βρεθεί ως χώρα. Την αποκλειστική ευθύνη έχουν εκείνοι που διαχρονικά επέτρεψαν κι εξέθρεψαν τη γιγάντωση συντεχνιών και ομάδων συμφερόντων μέσα στις δημόσιες υπηρεσίες και τις ΔΕΚΟ με γνώμονα όχι το κοινό καλό και το δημόσιο συμφέρον, αλλά την κομματική τους κυριαρχία και μακροημέρευση.
Από την πλευρά τους οι κάθε μορφής ομάδες πίεσης καλά κάνουν και πιέζουν, διεκδικώντας για τα μέλη τους τη μερίδα του λέοντος από την πίτα που μοιράζεται, είτε αυτό λέγεται επίδομα, είτε μειωμένα όρια συνταξιοδότησης, είτε άλλα προνόμια και παροχές, εκείνοι που έχουν εκλεγεί κι έχουν την ευθύνη για τις τύχες όμως όλων, οι κυβερνήτες, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους σε κάθε απόφασή τους το δημόσιο συμφέρον. Δεν το έπραξαν και ιδού τ’ αποτελέσματα, σήμερα που η πίτα τελείωσε «τρώμε τις σάρκες μας».
Από την πλευρά τους οι κάθε μορφής ομάδες πίεσης καλά κάνουν και πιέζουν, διεκδικώντας για τα μέλη τους τη μερίδα του λέοντος από την πίτα που μοιράζεται, είτε αυτό λέγεται επίδομα, είτε μειωμένα όρια συνταξιοδότησης, είτε άλλα προνόμια και παροχές, εκείνοι που έχουν εκλεγεί κι έχουν την ευθύνη για τις τύχες όμως όλων, οι κυβερνήτες, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους σε κάθε απόφασή τους το δημόσιο συμφέρον. Δεν το έπραξαν και ιδού τ’ αποτελέσματα, σήμερα που η πίτα τελείωσε «τρώμε τις σάρκες μας».
Η ζούγκλα των επιδομάτων και των προνομίων του δημοσίου, που έρχονται στο φως αυτές τις μέρες, αποκαλύπτει με δραματικό τρόπο, ότι και στον τομέα αυτό επικρατεί το «δίκιο» του ισχυρότερου. Τα «βαριά» χαρτοφυλάκια της οικονομίας, της δημόσιας διοίκησης, της άμυνας, δεν είναι τυχαίο ότι μοιράζονται για το προσωπικό τους τα υψηλότερα επιδόματα κι από κοντά τα «πακέτα» της βουλής, των δικαστών και του ΑΣΕΠ.
Τις περισσότερες φορές «λάφυρα» ενός πολέμου που ποτέ δεν έγινε και «λεία» μια μάχης που ποτέ δεν δόθηκε, τα επιδόματα ήταν τα «αργύρια» για την επιβίωση ενός σάπιου συστήματος διαπλοκής μεταξύ πολιτικών και συνδικαλιστικών ηγεσιών, με παροχές κάτω από το τραπέζι ή πίσω από την πλάτη του ανυποψίαστου πολίτη. Αυτού του πολίτη, που σαν δημόσιος υπάλληλος-αποδέκτης αρκούνταν επί χρόνια να εισπράττει, να χειροκροτεί και να ψηφίζει.
«Αυτή τη γλύκα της κλεμμένης ευτυχίας λίγο – πολύ όλοι την έχουμε γευτεί» και τώρα όλοι καλούμαστε στο ταμείο, σ’ αυτό το ταμείο που δεν το διαχειριζόμαστε πλέον μόνοι, αλλά έχουμε ταμίες και λογιστές από τις Βρυξέλλες. Όλοι θα βάλουμε το χέρι στην τσέπη, το πόσο βαθιά θα το βάλει όμως ο καθένας, στο πλαίσιο μιας δίκαιης οικονομικής πολιτικής, είναι χρέος της κυβέρνησης να το καθορίσει, όπως επίσης ευθύνη της κυβέρνησης είναι να ξεκαθαρίσει οριστικά και δια παντός το τοπίο με τις αποδοχές και τους μισθούς των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων.
Η ποσοστιαία περικοπή επιδομάτων ή και μισθών θα αποβεί αλυσιτελής και ατελέσφορη, αν δεν θεσπιστούν το ταχύτερο οι άξονες κι οι επιμέρους συνιστώσες ενός νέου σύγχρονου μισθολογίου, το οποίο με την εφαρμογή του θα άρει αδικίες και ανισότητες δεκαετιών και θα εδραιώνει, και στον τομέα αυτό, τη διαφάνεια και το δίκαιο στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Καλοπροαίρετα