Οι Ρέππας-Παπαθανασίου θα σκάνε απ’ το κακό τους ακούγοντας τις τρομερές ατάκες κάποιων ευφάνταστων βουλευτών κι ο Αλέξανδρος Ρήγας θα ριγεί με δέος διαβάζοντας της επιθεωρησιακού χαρακτήρα ανακοινώσεις μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ.
Η λογική του «άσπρο – μαύρο» που δεσπόζει για δεκαετίες στον πολιτικό λόγο του δίπολου «κυβέρνηση – αντιπολίτευση» ακολουθείται μηχανιστικά μέχρι και σήμερα, μπολιασμένο μάλιστα με μπόλικες δόσεις αλαζονείας, αμετροέπειας κι αμορφωσιάς, προσδιορίζοντας –σαν σημείο των καιρών– το πλαίσιο της κομματικής αντιπαράθεσης και τα όρια του πολιτικού λόγου. Εύλογα όμως, θα μπορούσε ν’ αναρωτηθεί κάποιος, αν ακόμα και στις μέρες των μνημονίων, των μεσοπρόθεσμων και των δανειακών συμβάσεων, είναι λογικό αυτή η λογική του «άσπρο – μαύρο» κι οι αντίστοιχοι ρόλοι να εξακολουθούν να καθορίζουν τη στάση και τη συμπεριφορά των κομμάτων και να διαμορφώνουν τους όρους της πολιτικής επικοινωνίας.
Η κρίση του πολιτικού συστήματος δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση. Η
έλλειψη αξιοπιστίας, συνέπειας, νηφαλιότητας, ορθολογισμού και σύνεσης, δεν
καταλογίζεται από τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας μόνο στα κόμματα που
κυβέρνησαν ή κυβερνούν. Θεωρείται ως φαινόμενο που ενδημεί στο σύνολο των
κομματικών σχηματισμών και μέρα τη μέρα και δήλωση με τη δήλωση, επιτείνει την
απαξίωση και κατατρώει σαν το σαράκι τα εναπομείναντα ίχνη ισχύος κι επιρροής
τους. Κάποιοι έχουν βαλθεί με την καθημερινή σχεδόν παρουσία και δράση τους να
το επιβεβαιώνουν κατηγορηματικά.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η κυβέρνηση δίνει τον τόνο. Διαμορφώνει
την πολιτική ατζέντα, καθορίζει εν πολλοίς το κλίμα και την ατμόσφαιρα των
εξελίξεων. Έχει κατά το κοινώς λεγόμενο «την πρωτοβουλία των κινήσεων». Με αυτή
την έννοια, πολύ σωστά, οι «καθαρές κουβέντες» από τα πρωθυπουργικά χείλη, επ’
ευκαιρία των κινητοποιήσεων στους συγκοινωνιακούς φορείς, βγήκαν –υπό συνεχή
βροχόπτωση– με αποφασιστικότητα: «Τα λάθη του παρελθόντος δεν θα ξαναγίνουν».
Η πρωθυπουργική δήλωση απηχεί τις επιθυμίες και τις προσδοκίες της
πλειοψηφίας της κοινωνίας. Για ν’ αποκωδικοποιηθεί όμως το μήνυμα και ν’
αξιολογηθεί ως έγκυρο και πειστικό, δεν αρκεί μόνο η επίδειξη αποφασιστικότητας
και τόλμης σε περιπτώσεις εφαρμογής του νόμου και της τάξης. Η προσπάθεια για
φυγή από τη λογική του «άσπρο – μαύρο» δεν νομιμοποιείται μόνο από την έκφραση
καλής θέλησης κι άλλες ευπροσήγορες εξαγγελίες ενώπιον κομματικών επιτελείων ή
διεθνών φόρουμ. Η αλλαγή σελίδας για το πολιτικό σύστημα –εφόσον βέβαια μιλάμε
σοβαρά– δεν μπορεί να περιορίζεται τόσο στενά χρονικά, όσο μόνο μια κυβερνητική
θητεία εξασφαλίζει και μάλιστα υπό τις παρούσες συνθήκες, αλλά είναι μακρά,
συλλογική, επίπονη κι επίμονη προσπάθεια.
Οι κυβερνητικές ανακοινώσεις για «ψύλλου πήδημα» και με το ύφος που
εκφέρονται δεν συμβάλουν στην αλλαγή του μοντέλου πολιτικής επικοινωνίας μεταξύ
κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά προπαντός μεταξύ κυβέρνησης και
πολιτών. Ακολουθούν το μοντέλο επικοινωνίας που κυριάρχησε προηγούμενα χρόνια
και στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν διακρινόταν ούτε για την εμβέλεια και
την πειστικότητά του, ούτε για την αποτελεσματικότητά του. Ουσιαστικά, ο τρόπος
αυτός επικοινωνίας αναιρεί στην πράξη τις «καθαρές κουβέντες» του πρωθυπουργού
για αποφυγή λαθών του παρελθόντος.
Είναι πολύ κατώτερες των περιστάσεων, όπως αναδεικνύονται από τη δύσκολη συγκυρία που διέρχεται η χώρα και φορτίζουν το πολιτικό σκηνικό μια περίοδο που είναι αναγκαίο ο καθένας που βρίσκεται σε θέση εξουσίας ή ευθύνης, αλλά κι ο κάθε πολίτης, να επιδείξει σύνεση, αυτοσυγκράτηση και μέτρο. Πέρα απ’ αυτά, η αισθητική τους, οι λέξεις, οι εκφράσεις, στην προσπάθεια ν’ αναδειχθεί το «άσπρο», δίνουν έναν τόνο απαξίωσης κι αλαζονείας, έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά κύριο λόγο, που δεν δικαιολογούνται από την καμπή και την κρίση που και το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα έχει περιέλθει. Ο πολιτικός λόγος της κυβέρνησης, οι «καθαρές κουβέντες» κατά τον πρωθυπουργό έχει σημασία ν’ ακούγονται από τους πολίτες. Τον καθημερινό σχεδόν «διάλογο» κυβέρνησης – αντιπολίτευσης, μέσω των κυβερνητικών ανακοινώσεων, ποιο, άραγε, ακροατήριο έχει διαπιστωθεί ότι τις παρακολουθεί και ποιοι είναι οι αποδέκτες αυτής της ενημέρωσης;
Είναι πολύ κατώτερες των περιστάσεων, όπως αναδεικνύονται από τη δύσκολη συγκυρία που διέρχεται η χώρα και φορτίζουν το πολιτικό σκηνικό μια περίοδο που είναι αναγκαίο ο καθένας που βρίσκεται σε θέση εξουσίας ή ευθύνης, αλλά κι ο κάθε πολίτης, να επιδείξει σύνεση, αυτοσυγκράτηση και μέτρο. Πέρα απ’ αυτά, η αισθητική τους, οι λέξεις, οι εκφράσεις, στην προσπάθεια ν’ αναδειχθεί το «άσπρο», δίνουν έναν τόνο απαξίωσης κι αλαζονείας, έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά κύριο λόγο, που δεν δικαιολογούνται από την καμπή και την κρίση που και το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα έχει περιέλθει. Ο πολιτικός λόγος της κυβέρνησης, οι «καθαρές κουβέντες» κατά τον πρωθυπουργό έχει σημασία ν’ ακούγονται από τους πολίτες. Τον καθημερινό σχεδόν «διάλογο» κυβέρνησης – αντιπολίτευσης, μέσω των κυβερνητικών ανακοινώσεων, ποιο, άραγε, ακροατήριο έχει διαπιστωθεί ότι τις παρακολουθεί και ποιοι είναι οι αποδέκτες αυτής της ενημέρωσης;
Μια ανέξοδη, αλλά πολλαπλάσια αποτελεσματική, επένδυση στο επίπεδο
της πολιτικής επικοινωνίας, θα μπορούσε να ήταν η διατύπωση λιτών και σαφών
απόψεων, με σοβαρότητα, ακρίβεια, υπευθυνότητα, κάθε φορά που πραγματικά θα
υπήρχε ουσιαστικός λόγος. Ν’ άκουγαν, με τον τρόπο αυτό, οι κουρασμένοι
ακροατές και να διαβάσουν οι μπαϊλντισμένοι αναγνώστες –για τους τηλεθεατές δε
γράφω, γιατί αυτοί έχουν «καεί» προ πολλού– δυο κουβέντες καθαρές, μετρημένες,
διαφωτιστικές. Δυο κουβέντες «καθαρές», που αντικρούουν με σοβαρότητα τις
όποιες άξιες λόγου αντιπολιτευόμενες απόψεις κι υποστηρίζουν με αξιοπιστία κι
αξιοπρέπεια τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και προσπάθειες, δίχως να προκαλούν
το κοινό αίσθημα με τις χοντράδες και την ακρότητα ή την αλαζονεία τους.
Αυτός ο λόγος, θα μπορούσε ν’ αξιολογηθεί θετικά απ’ την κοινωνία και να πολλαπλασιάσει την απόσταση που θα τον χώριζε, ως προς το ύφος και το περιεχόμενο, από άλλες πολιτικού περιεχομένου δηλώσεις κι απόψεις κομμάτων και παρατάξεων, που διαγκωνίζονται πολλές φορές σε λεκτικούς βαρβαρισμούς και αμετροέπεια. Θα ξεχώριζε, θα γινόταν ελκυστικός κι εύληπτος, θ’ ανάγκαζε ίσως κι όσους ήθελαν και μπορούσαν ν’ ακολουθήσουν ή τουλάχιστον να μιμηθούν το ύφος του. Θα έδινε τον τόνο και το μέτρο, θα σηματοδοτούσε, ότι μπορούμε να επικοινωνούμε πολιτικά, ανεπιτήδευτα, δίχως εξυπνάδες και ξύλινη ορολογία. Θα καταλάγιαζε την σαστισμένη κοινή γνώμη και θα ηρεμούσε τα οξυμμένα από την οικονομική κρίση πνεύματα.
Για ν’ αναδειχτεί και να προβληθεί το –κατά τη γνώμη μας– «άσπρο», δεν
χρειάζεται να επιστρατεύονται λεκτικές ακρότητες κι εκφραστικές ακροβασίες.
Μάλλον αρκεί η διαρκής κι επίμονη προσπάθεια προσέγγισης και σύμπραξης, με
σιγουριά, συνέπεια και χωρίς πολλά και περιττά λόγια, με μια κοινωνία που
εμπιστευόμαστε, ότι είναι υγιής και ψύχραιμη και, προπαντός, δεν εθελοτυφλεί, ούτε
πάσχει από αχρωματοψία.
Φωτο: Andrzej Radka
Φωτο: Andrzej Radka