Τελικά, ποιοι θέλουμε να μας κυβερνήσουν; Ο Τσίπρας κι η κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ σε χρόνο ρεκόρ απογοήτευσαν κι απαξιώθηκαν. Οι προηγούμενοι Νέα
Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ προβληματίζουν κι αμφιταλαντεύονται υπό το βάρος του πρόσφατου
κι απώτερου –κυρίως– παρελθόντος τους. Το Ποτάμι δεν έχει δυναμική, η ΔΗΜΑΡ
έχει εξατμιστεί, το ΚΚΕ δεν το συζητάει. ποιος μένει, λοιπόν, ο Βασίλης
Λεβέντης; [Ούτε περνά απ’ το μυαλό μου αυτό που σκέφτεστε ότι ξέχασα].
Πώς θα πάμε παρακάτω, όμως, δίχως αξιόπιστη, σοβαρή κι υπεύθυνη
διακυβέρνηση; Πώς θα υλοποιηθούν οι συμφωνίες κι οι υποχρεώσεις της χώρας; Πώς
θα διατυπωθεί –επιτέλους– κάποιο σύγχρονο πλαίσιο για το μέλλον της; Ποιος θα
σχεδιάσει μακροπρόθεσμα; Ποιος θα εμπνεύσει την κοινωνία; Ποιος θα γυρίσει αυτή
τη μαύρη σελίδα της Ιστορίας; Ποιος θα σηκώσει το βάρος της ευθύνης, των
αμαρτιών και των αυταπατών μας, της αδιαφορίας και της μισαλλοδοξίας μας;
Κανείς δεν κάνει σε μας και κανείς, απ’ αυτούς που θα έπρεπε να μας κάνουν,
δεν κάνει μια προσπάθεια για να ξεφύγουμε όλοι μαζί μπροστά. Κανείς δεν
μετακινείται βήμα, χιλιοστό έστω, από την πεπατημένη. Εμείς στη μόνιμη κριτική,
ισοπέδωση κι ωχαδερφισμό κι αυτοί στη μόνιμη αλαζονεία, ξύλινη γλώσσα κι
αντιπαραθέσεις.
Θα πάμε πάλι σ’ ένα νέο γύρο αλλαγών στο κυβερνητικό σχήμα, στην
παιδεία, στη δημόσια διοίκηση, ίσως και σ’ ένα πασάλειμμα του εκλογικού νόμου και
μετά τι; Άντε πάλι από την αρχή γι’ αυτούς που θ’ ακολουθήσουν. Άντε πάλι μετονομασίες
υπουργείων, πανελλήνιες, σχολικά βιβλία, επιλογή προϊσταμένων, απλή κι άδολη
αναλογική –μπου, χα χα– κι η ζωή των Ελλήνων στον 21ο αιώνα
συνεχίζεται, όπως το 2014, το 2012, το 2011, το 2009, το 2004 κ.ο.κ.
Καταντά πληκτικό πια κι ανούσιο, να μην βρίσκεται ένας κοινός τόπος,
όπου οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου θα συγκλίνουν σ’ ένα επεξεργασμένο σχέδιο
για το αύριο αυτής της χώρας. Τα μεγάλα ζητήματα είναι δρομολογημένα μέσα από
διαδοχικά εξοντωτικά, αλλά, τελικά, υπογεγραμμένα από όλες τις μέχρι σήμερα
κυβερνήσεις μνημόνια. Οι μεγάλες ανατροπές στα συνταξιοδοτικά κι εργασιακά
δικαιώματα είναι νόμοι του κράτους. Η τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή και η υπερφορολόγηση των
πάντων ολοκληρώνουν τη σκληρή πραγματικότητα κι όμως η χώρα καρκινοβατεί κι αδυνατεί να χαράξει μια σταθερή
πορεία υπέρβασης της κρίσης, όπως έπραξαν εγκαίρως άλλες χώρες.
Μένουμε, έτσι,
να καταναλώνουμε δυνάμεις, ενέργεια και αξιοπιστία σε αντιπαραθέσεις κι
ατέλειωτες αντεγκλήσεις και ρητορείες για πριγκιπέσες, οφ σορ, οφ σάιντ, οφ δι ρεκορντ και νον πέιπερς. Μπείτε, κύριοι βουλευτές, σε μια εφορία κι αν δεν βγείτε είτε
τρελαμένοι, είτε με χειροπέδες σαν δολοφόνοι να μου τρυπήσετε τη μύτη. Πηγαίνετε, κύριοι, της κυβέρνησης να βγάλετε δίπλωμα οδήγησης, να εκδώσετε μια
άδεια κι αν δεν χρειαστείτε –να μην πω το… τετριμμένο– χάπια για τα νεύρα και
δυο ζωές –τουλάχιστον– να μη με λένε με τ’ όνομά μου. Μπείτε σ’ ένα αστικό λεωφορείο,
κύριοι υπουργοί, κυκλοφορείστε στο κέντρο της Αθήνας μετά τις 6 το απόγευμα,
τραβάτε δυτικά κι αν δεν πάθετε κατάθλιψη κόψτε μου την καλημέρα.
Πότε θα γίνουν τα αυτονόητα; Για πότε τα προγραμματίζετε; Μη φλυαρείτε
ολημερίς με το θέμα της ανάπτυξης, σας παρακαλώ, αλλάξτε μόνο κάποια από αυτά
που προαναφέρονται, απλουστεύσετε διαδικασίες, καταργείστε σπατάλες,
εξυπηρετείστε τους πολίτες, αξιοποιείστε τους υπαλλήλους. Αυτά είναι τα πρώτα
βήματα, τα προαπαιτούμενα της ανάπτυξης.
Έχουμε κολλήσει –και γι’ αυτό μεγάλες, τεράστιες, ευθύνες έχουν κι οι
συνδικαλιστικές ηγεσίες– ότι αλλαγή και μεταρρύθμιση σημαίνει κατ’ ανάγκη απολύσεις,
κόψιμο επιδομάτων, ξεπουλήματα κι άλλα τέτοια, πιασάρικα μεν, αλλά παντελώς
αποπροσανατολιστικά κι επικίνδυνα για όλους μας και για τους ίδιους τους εκπροσωπούμενους
εργαζόμενους πρώτα και κύρια.
Όλα ή κάποια έστω, απ’ αυτά που όλοι γνωρίζουμε ότι πρέπει να γίνουν, γιατί
είναι αυτονόητα, είναι σπατάλες χρόνου και χρήματος, είναι η τροχοπέδη και τα
εμπόδια για να ξεφύγουμε από τη στασιμότητα και το τέλμα, απαιτούν πρώτα απ’
όλα πολιτική βούληση και σθένος, απαιτούν αποφασιστικότητα και γερό στομάχι.
δεν μπορούν να γίνουν –τουλάχιστον με τα δεδομένα και τους κανόνες του
πολιτικού συστήματος που ξέρουμε– από κάποιους που φοβούνται για τη θέση τους, αγωνιούν
για την επανεκλογή τους, τρέμουν την οργή των ψηφοφόρων τους.
Η πραγματοποίησή τους προϋποθέτει ανοιχτό μυαλό κι ανεξαρτησία,
ελευθερία κινήσεων και –πρώτα απ’ όλα– σχέδιο, μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και
πρόγραμμα. Για να ξεφύγουμε χρειάζονται πρόσωπα και προσωπικότητες –μην πάει το
μυαλό σου ντε και καλά στους επώνυμους καθηγητάδες, συνταξιούχους δικαστικούς, επαγγελματίες,
πανελίστες κ.ο.κ.– άτομα που να γνωρίζουν, να μπορούν και να θέλουν να
αφιερώσουν χρόνο και προσπάθεια για συλλογική και ατομική δουλειά, για ανάληψη
ευθύνης και προσωπικό ρίσκο.
Κάποιους τους γνωρίζουμε, λίγο - πολύ οι περισσότεροι, διαβάζοντας αυτές τις γραμμές κάποιον
φέρνουμε στο νου μας. Κατά καιρούς ορισμένοι απ’ αυτούς έχουν χειριστεί μ’
επιτυχία και κυβερνητικές υποθέσεις, έχουν περάσει από την πολιτική αλώβητοι,
καθαροί. Αυτούς, αλλά κι άλλους, νέους κι άγνωστους στο ευρύ κοινό, μα, καταξιωμένους για το ήθος, την επαγγελματική τους επάρκεια, την προσωπική τους διαδρομή και στάση στα γυρίσματα των καιρών, των ευκαιριών, των συγκυριών. Μια υπηρεσιακή κυβέρνηση μακράς πνοής χρειάζεται ο τόπος.
Ναι, θα μας λείψουν για κάποια χρόνια οι εξυπνάδες κι οι ατάκες από το
βήμα της βουλής. Ναι, θα χάσουν τηλεθέαση τα τοκ σόου και θα εξαφανιστούν οι
πολύχρωμοι μαϊντανοί. Ναι, θα πλήξουμε αφόρητα να μην παρακολουθούμε στο
φέισμπουκ κι ιδίως στο τουίτερ τους καθημερινούς καυγάδες μεταξύ των
ευφάνταστων πολιτικών. Ναι, η πολιτική ζωή της χώρας θ’ αποχτήσει μέχρι το τέλος
της τετραετίας –ναι, αυτής της τρέχουσας τετραετίας– μια κανονικότητα και μια
ηρεμία αναγκαία κι απαραίτητη για τη θεμελίωση του κράτους και την αναζωογόνηση του δημόσιου –λεγόμενου– βίου. Το μόνο που δεν πρόκειται να χάσουμε και να μας λείψει, θα είναι η χαμένη μας αξιοπρέπεια, η τιμή μας ως πολίτες αυτής της χώρας.
Υπάρχουν άραγε πολιτικοί με τόσο κουράγιο; Ο Αλέξης Τσίπρας, ο νεότερος
πρωθυπουργός της χώρας, μπορεί να σηκώσει αυτό το τεράστιο βάρος, αυτή τη
μοναδική υπό τις παρούσες συνθήκες εθνική πρωτοβουλία; Τώρα που απαιτείται
σκληρή δουλειά, μα, πάνω απ’ όλα, ενότητα και συστράτευση όλων – κι όχι μόνο
των «ταξικών» φίλων– μπορεί να κοιτάξει πέρα από το παράθυρο του 7ου
στην Κουμουνδούρου, μακριά στον Πειραιά, το Σαρωνικό, και πιο μακριά, το Αιγαίο
ή την Ελλάδα την ίδια;
Μακάρι, λέω εγώ. Γιατί, κουράγιο δεν είναι, είτε από αυταπάτη, είτε
σκόπιμα, να εξαπατάς τον λαό και να κάνεις τα αντίθετα απ’ αυτά που
υποστήριζες –χωρίς, μάλιστα, ο ίδιος να τα πιστεύεις–, αλλά, κουράγιο είναι, αφού
επέλεξες την ύστατη έστω στιγμή εκείνο που είναι χρήσιμο για τον τόπο και τον
λαό, να έχεις τη διορατικότητα και την αυτογνωσία να επιδιώκεις και να εμπιστεύεσαι την υλοποίησή
του απ’ τους κατάλληλους κι όχι από τους αρεστούς.
Έτσι, δεν αποχωρείς ταπεινωμένος και ηττημένος, αλλά παραμένεις
δικαιωμένος και νικητής. Έτσι, τα όνειρα δεν παίρνουν εκδίκηση, αλλά
επιστρέφεις την ελπίδα εκεί που τη χρωστάς, στους ‘Ελληνες.
Photo: iefimerida
Φϊλε Βαγγέλη συμμερίζομαι την αγωνία σου για το μέλλον της δύστυχης πατρίδας μας. Όσο κι΄αν κοιτάξεις γύρω σου δεν θα βρεις ούτε έναν που να μπορείς να ελπίζεις. Πρόσεξε. ΝΑ ΕΛΠΙΖΕΙΣ. Όχι να βασιστείς, ότι μπορεί να κάμει κάτι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι θα γίνει; Πολύ φο⴨αμαι ότι θα αντιμετωπίσουμε ακόμα χειρότερα. Ο Θεός να μας φυλάει.
Καλό καλοκαίρι φίλε μου.
Ας κρατάμε για απαντοχή μια αίσθηση αισιοδοξίας κι ελπίδας, αγαπητέ φίλε Ντένη! Εξάλλου, περνούν τόσα πολλά κι απ΄το δικό μας χέρι!...
ΔιαγραφήΝα είσαι γερός, δυνατός και να περνάς υπέροχα!!
«Δεν εννοούμε όμως μοίρασμα θέσεων, αλλά κυβέρνηση με πρόσωπα κοινής αποδοχής, που θα βγάλουν τη χώρα από τα μνημόνια εντός τριετίας με πρόγραμμα το οποίο θα περιλαμβάνει βασικές, προοδευτικές μεταρρυθμίσεις και όχι τις αντιμεταρρυθμίσεις του ΣΥΡΙΖΑ ή τις απορυθμίσεις της Νέας Δημοκρατίας»
ΑπάντησηΔιαγραφή