Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012

Ο φόβος της αισιοδοξίας.

Μ’ όποιον μιλήσεις έχει τις ίδιες απορίες και σχεδόν ταυτόσημο προβληματισμό για το «πού πάνε τα πράγματα». Σχεδόν όλοι διακατέχονται από την ίδια απαισιοδοξία κι απογοήτευση, παρά τις προσπάθειες που ορισμένοι καταβάλουν να διατηρούν μια στάλα αισιοδοξίας κι ελπίδας, ότι σύντομα ή εν πάση περιπτώσει σ’ ένα εύλογο χρονικό διάστημα μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση.

Ανάμεσα σ’ αυτούς τους τελευταίους θέλω να συμπεριλαμβάνω και τον εαυτό μου, αλλά δεν το καταφέρνω.

Ναι, θέλω να πιστεύω, ότι μπορούμε να ορθοποδήσουμε και να βγούμε από το σκοτεινό τούνελ που μας έχει καταπιεί ως κοινωνία, ότι θ’ αντέξουμε το βάρος των δυσκολιών και θα αντιμετωπίσουμε τελικά ενωμένοι τις προκλήσεις και τις αντιξοότητες που συναντάμε σε κάθε μας βήμα.

Ναι, θέλω να ελπίζω, ότι ο τρικομματικός κυβερνητικός σχηματισμός, παρά την ετερόκλιτη σύνθεσή του και τις διαφορετικές φωνές και προσεγγίσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό του, θα μπορέσει να υπερβεί τα κακώς κείμενα του πολιτικού συστήματος, ώστε με σοβαρότητα κι αίσθημα ευθύνης να προωθήσει τις αναγκαίες για την κρίσιμη συγκυρία αποφάσεις.

Ναι, θέλω να προσδοκώ, ότι οι αλλαγές που επιχειρούνται τόσο στο δημοσιονομικό πεδίο, όσο και στον τομέα αναδιοργάνωσης του κράτους, θα προχωρήσουν με σχέδιο κι αποφασιστικότητα και θα παράγουν αποτελέσματα που θα ωφελήσουν το κοινωνικό σύνολο δημιουργώντας συνθήκες ανάπτυξης και προόδου για τη χώρα.

Ναι, θέλω να έχω εμπιστοσύνη στους θεσμούς, ότι θα κατορθώσουν να διατηρήσουν ένα ελάχιστο αξιοπιστίας και σταθερότητας, σε τρόπο που να διευκολύνουν αποτελεσματικά την υποστήριξη των προωθούμενων πολιτικών, να προστατεύουν το κοινωνικό σύνολο από την αυθαιρεσία και την ανομία και να εξυπηρετούν με συνέπεια το βασικό σύστημα αξιών και κανόνων λειτουργίας του κράτους.

Ο λόγος της απαισιοδοξίας και της ανασφάλειας που αισθάνομαι συχνά για την τύχη μας και την τύχη της χώρας, είναι γιατί με γνωρίζω, με ξέρω κι ενώ ξέρω ότι τα περισσότερα –αν όχι όλα– απ’ τα πιο πάνω με αφορούν άμεσα και πρέπει να συμβάλω στην πραγματοποίησή τους, εν τούτοις αδυνατώ να ξεφύγω απ’ το ρυθμό που οι περιστάσεις κι οι επιλογές μου έχουν επιβάλει στη ζωή μου.

Η συνήθεια κι η νοοτροπία μου είναι αυτά που με τρομάζουν, ο ατομισμός, η αδιαφορία μου για ό,τι δεν με αφορά, η αδράνεια κι η παθητική μου στάση απέναντι στις αλλαγές, η στενή κι ελλειμματική μου γνώση.

Ο μικρόκοσμος που με περιβάλλει με τρομάζει, αυτός που μέρα με τη μέρα διαμορφώθηκε με την ανοχή μου, στο σπίτι, στο σχολείο, στο γραφείο, στη διασκέδαση, στις ομάδες, στην κοινωνία.

Η ροπή μου στην εύκολη λύση, στην προχειρότητα, στη διαμεσολάβηση, στο ρουσφέτι και στο κανάκεμα με τρομάζουν.

Αυτές μου οι αδυναμίες με τρομάζουν, γιατί διαμόρφωσαν συνθήκες και κατεστημένα, που με κάνουν ν’ αντιστέκομαι με πείσμα σε κάθε προσπάθεια αναπροσαρμογής κι αναθεώρησης των δεδομένων και του status που υπάρχει.

Αυτές μου τις αδυναμίες φοβάμαι, αυτές που όταν συναντώνται με τις δικές σου και με όλων των άλλων, όταν συναθροιζόμαστε, μεγεθύνονται και λειτουργούν αρνητικά, συντηρητικά και εν τέλει αυτοκαταστροφικά.

Όλοι συμφωνούμε κατ’ ιδίαν ή και δημόσια με τις περισσότερες από τις προτεινόμενες διαρθρωτικές αλλαγές κι αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα να προχωρήσουν, μόλις όμως κάποιες απ’ αυτές αγγίξουν τα ατομικά μας συμφέροντα τότε αρχίζουν τα προβλήματα, οι γκρίνιες, οι αντιπαραθέσεις κι οι αντιδράσεις. Καθένας για τον εαυτό του, για τα κεκτημένα του, για τον κλάδο του.

Τότε αρχίζει το γαϊτανάκι των ευθυνών από τους πολίτες στους πολιτικούς, από τους πολιτικούς στις κυβερνήσεις από τις κυβερνήσεις στα κόμματα, από τα κόμματα στις συντεχνίες, από τις συντεχνίες στους εργαζόμενους, τους επαγγελματίες κ.ο.κ.

Τότε θυμόμαστε ως άλλοθι κι επιχειρήματα τη διαφθορά, την ατιμωρησία, την κακοδιοίκηση, τη ρεμούλα, το λαϊκισμό, την κοροϊδία, την πολυνομία, την ευνοιοκρατία, τη διαπλοκή κ.ο.κ.

Στεκόμαστε επικριτικά μ’ ένα χέρι σηκωμένο κι ένα δάχτυλο προτεταμένο. Κρίνουμε τον απέναντι.

Η κοινωνική κρίση είναι που τρέφει πλέον και την οικονομική.

Αυτή η κρίση είναι που υπονομεύει, τελικά, την όποια απόπειρα αισιοδοξίας μου κι αναστέλλει τη διάθεσή μου να ελπίζω με βεβαιότητα πως είναι δυνατόν να επιτευχθεί κάτι παραπάνω για το αύριο.

2 σχόλια:

  1. δικιο εχεις Ευαγγελε. η κοινωνικη κριση ειναι αυτη που πλεον τρεφει την οικονιμικη και αντι αυτη η κριση να μας κανει να νοιαστουμε για τους συνανθρωπους μας και κατα καποιο τροπο μας ενωνει ειναι σα να μας αποξενωνει ακομη περισσοτερο.

    μακαρι να βγουμε γρηγορα απο την οικονιμικη κριση γιατι ολοι εχουμε κουραστει πολυ αλλα και παλι φοβαμαι πως η κοινωνικη κριση δε προκειται να καταλαγιασει ευκολα αν οχι και ποτε...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μέρα με τη μέρα κι όσο οξύνεται η οικονομική κρίση τόσο περισσότερο φαίνεται η ανεπάρκεια των μηχανισμών να διαχειριστούμε τις κοινωνικές της επιπτώσεις.

      'Οσο μάλιστα δεν αποσαφηνίζεται το τοπίο και σε κλάθε δόση έρχονται νέες περικοπές και μέτρα, τόσο δυσκολότερη γίνεται κι η όποια προσπάθεια κοινωνικής ανάταξης.

      Με ελεύθερη πτώση όμως μπορεί να πιάσουμε πάτο, αλλά η σύγκρουση τότε θα είναι σφοδρή...

      Διαγραφή

Καλοπροαίρετα