Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

Αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας: Μουσείο Τυπογραφίας

Έπρεπε να γίνει αναφορά από τον Τρόικα, για να έρθει δυναμικά στο προσκήνιο της επικαιρότητας –για μια ακόμα φορά– το θέμα της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του δημοσίου. Επί της ουσίας ο καυγάς μεταξύ κυβέρνησης και κομμάτων της αντιπολίτευσης γίνεται για το πάπλωμα, αλλά κουβέντα δεν ακούγεται από κανέναν για την ταμπακέρα, το πώς δηλαδή η ακίνητη περιουσία του δημοσίου πρόκειται ή προτείνεται ν’ αξιοποιηθεί. Και γι’ αυτό το θέμα θα πρέπει, ως φαίνεται, ν’ ανακαλύψουμε την πυρίτιδα.

Ταξιδεύοντας σε χώρες του κόσμου, εντύπωση προξενεί η εφευρετικότητα των ανθρώπων σε κάθε γωνιά του πλανήτη ν’ αξιοποιούν σημαντικά ή ασήμαντα γεγονότα, αντικείμενα, καταστάσεις, σχέσεις κ.ο.κ. και να τα στεγάζουν σε μουσεία, αλλά και να δημιουργούν, όπου δεν υπάρχουν, εκ του μη όντως χώρους, στους οποίους να εκθέτουν επίσης οτιδήποτε μπορεί να προσελκύσει το ενδιαφέρον ή την περιέργεια των αλλοδαπών ή ντόπιων επισκεπτών.

Αρχαιολογικά κι ιστορικά μουσεία, μουσεία με αυτοκρατορικές άμαξες κι ενδυμασίες, μουσεία φυσικής ιστορίας και κέρινων ομοιωμάτων, αλλά και μουσεία τεχνολογίας, νομισμάτων μέχρι και τηλεφώνων, αποτελούν σημεία αναφοράς για την τουριστική βιομηχανία διαφόρων χωρών και πόλους έλξης για τους επισκέπτες.

Δεν πάει το μυαλό μου στα εγκαταλελειμμένα ολυμπιακά ακίνητα, ούτε καν στο «φιλέτο» –κατά τους αναλυτές– του πρώην αεροδρομίου στο Ελληνικό, πηγαίνει σ’ ένα κτήριο μικρό κι ασήμαντο, σ’ ένα κτήριο που κάποιοι μπορεί καθημερινά να περνούν απ’ έξω και να μην το έχουν προσέξει κάν. Δεν θα μπορούσε να είναι σε πιο κεντρικό σημείο της Αθήνας και πιθανόν δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο πρόσφορο και δεκτικό σε αξιοποίηση κι ανάπτυξη, λόγω και του περιβάλλοντος χώρου.

Διακόσια μέτρα απ’ την Ομόνοια, επί της οδού Σταδίου, μεταξύ των σημερινών οδών Σανταρόζα και Αρσάκη, ρημάζει κλειστό από χρόνια το κτήριο που στέγασε το «βασιλικόν τυπογραφείον» του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, που χτίστηκε το 1834 με σχέδια του Βαυαρού αρχιτέκτονα Joseph Hoffer. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα δημόσια κτήρια της Αθήνας και ταυτόχρονα από τα πρώτα δείγματα ενός πρώιμου και λιτού κλασικισμού στην Ελλάδα.

Αυτό το ιστορικό κτήριο, που από την εποχή του μεσοπολέμου (1931-1932) στέγασε υπηρεσίες του Πρωτοδικείου Αθηνών, αφού το Εθνικό Τυπογραφείο ήδη από το 1906 είχε μεταστεγαστεί στο κτήριο επί της οδού Καποδιστρίου, όπου εξακολουθεί να στεγάζεται και να λειτουργεί μέχρι σήμερα, παραμένει κλειστό από το 1986, ενώ το 1987 χαρακτηρίστηκε ως «χρήζον ειδικής προστασίας» και δέκα χρόνια αργότερα (1997) ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Το 2001 η «Θέμις Κατασκευαστική» –εταιρεία που εποπτεύεται από το υπουργείο Δικαιοσύνης– ανέλαβε το έργο της ανακαίνισης του.

Έκτοτε κατ’ επανάληψη έχει τεθεί από την υπηρεσία του Εθνικού Τυπογραφείου το αίτημα ν’ αξιοποιηθεί το κτήριο αυτό προκειμένου να εκτεθούν ιστορικά κειμήλια και μηχανήματα (λινοτυπικές και μονοτυπικές μηχανές, χειροκίνητα πιεστήρια κ.λπ.) τυπογραφίας, που σώζονται μέχρι σήμερα, όπως κάσσες με ξύλινα τυπογραφικά στοιχεία και άλλα αξιόλογα αντικείμενα και αρχεία, καθώς και φύλλα της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως σε τόμους από το 1833, που εκδόθηκε το πρώτο ΦΕΚ.

Καμιά από τις προσπάθειες αυτές δεν έχει καρποφορήσει μέχρι σήμερα. Έτσι, αφενός το Εθνικό Τυπογραφείο αναγκάζεται να έχει σχεδόν στοιβαγμένο σε μια μικρή αίθουσα όλον αυτόν τον εξοπλισμό, που παραμένει ουσιαστικά αναξιοποίητος, αλλά παράλληλα και να διαθέτει πιστώσεις για τη μίσθωση κτηρίου (Μάρνη 8) για να στεγάζει το τμήμα αρχείου ΦΕΚ, αναγνωστηρίου και βιβλιοθήκης, που εξυπηρετεί καθημερινά εκατοντάδες πολίτες.

Το περασμένο καλοκαίρι είδε το φως της δημοσιότητας μελέτη, που προέκυψε από τη συνεργασία της Διεύθυνσης Αναστύλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού και της «Θέμις Κατασκευαστική», σύμφωνα με την οποία οι δύο μεγάλες αίθουσες του κτιρίου θα μετατραπούν αντίστοιχα σε «Αίθουσα Παλαιού Τυπογραφείου» και σε «Αίθουσα Θέμιδος».

Ταυτόχρονα, θα δημιουργηθεί εντευκτήριο για τις εκδηλώσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο οποίο ανήκει το κτήριο έπειτα από την παραχώρησή του από το Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων, αλλά και δικαστικά γραφεία, ως αναπόφευκτη λύση στο επίμονο αίτημα των δικαστών που στεγάζονται στο κτίριο του Αρσάκειου, το οποίο, όπως υποστηρίζουν, δεν επαρκεί πλέον για τις ανάγκες τους.

Οι πιο πρόσφατες πληροφορίες αναφέρουν, ότι ο χώρος μάλλον θα χρησιμοποιηθεί για να στεγάσει τα γραφεία των δικαστών. Αν τελικά επικρατήσει μόνο αυτή η λύση, δεν θα πρέπει να απορούμε, πώς άλλες χώρες έχουν την ικανότητα και τη φαντασία ν’ αξιοποιούν ακόμα και την «ουρά» αναμονής ή τον αέρα που αναπνέουν, ενώ στη χώρα μας οι κάθε λογής κρατικές γραφειοκρατίες κι οι λειτουργοί τους χρειάζονται γραφεία στην καρδιά σχεδόν του ιστορικού κέντρου, προς δόξαν, όχι μόνο των αντιλήψεων που υπάρχουν για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και την ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αλλά και για την απλούστευση των διαδικασιών, την αποκέντρωση ή και την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης.

4 σχόλια:

  1. Τις καλησπέρες μου και τα συγχαρητήρια μού για την ανάδειξη του θέματος :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δεν το ήξερα ότι το κτίριο αυτό είναι το "βασιλικόν τυπογραφείον", παρόλο που εκεί ορκίστηκα ως νέα δικηγόρος. Εμείς οι "παλιοί" προλάβαμε εκεί ένα τμήμα του Πρωτοδικείου Αθηνών. Τα λεγόμενα "Δικαστήρια της οδού Σανταρόζα"!
    Έχω την εντύπωση ότι όσα κτίρια ανήκουν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, δεν μπορούν να παραχωρηθούν για άλλη χρήση. Μας έφαγε η γραφειοκρατία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. @ellinaki: Ευχαριστώ για τα καλά λόγια!... Ελπίζω οι αρμόδιοι να το ξανασκεφτούν!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. @Μeropi: 'Εχει ενδιαφέρουσα ιστορία. 'Ηταν ένα από τα πρώτα δημόσια κτήρια της νέας πρωτεύουσας. Είναι του Δικαιοσύνης, αλλά αν είναι δυνατόν σε τέτοιες εποχές να εξακολουθούν να ισχύουν τέτοιες διατάξεις-αγκυλώσεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Καλοπροαίρετα