Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2012

Προεόρτια.


Μουντή βδομάδα, πυκνός χρόνος. Οι πρώτες γιορτές του μήνα πέρασαν, πολλές ευχές ανταλλάχτηκαν, αλλά αυτό το «κάτι» που υπήρχε και προμήνυε προς έρχονται χρονιάρες μέρες δεν μ’ άγγιξε. Κάθε πρωί ξημέρωνα περιμένοντας πως κάτι καινούργιο θα γίνει και κάθε βράδυ περίμενα ν’ ακούσω τι νέο δεν έγινε.

Πολλούς λογαριασμούς αισθάνομαι ότι πρέπει να κλείσω κι ένας απ’ αυτούς μ’ έφερε μετά από καιρό στο κέντρο. Πολλοί γνωστοί και φίλοι έχουν μείνει ακόμα πίσω. Το δημόσιο θέλει χρόνια για ν’ αδειάσει, κάποιοι άλλοι –ευτυχώς– πρόλαβαν και γύρισαν στα χωριά τους. Ο Νίκος γουλιά τη γιουλιά τον καφέ που με κέρασε ξεδίπλωνε λέξη τη λέξη την πίκρα του, φέρνοντας το χέρι πού και πού απαλά και μάλλον μηχανικά πάνω σε μια στοίβα από αιτήσεις που περίμεναν προς τη μεριά του παράθυρου καρτερικά –σαν τους συνταξιούχους ίσως που τις συμπλήρωσαν.

Στο ίδιο γραφείο από το ’98. Η ίδια ντουλάπα να χάσκει άσπρα χαρτιά και φακέλους μπλε, κόκκινους, κίτρινους. Ένα ημερολόγιο του 2009. Μαύρα ντοσιέ. Θέλει να φύγει, αλλά δεν έχει ακόμα πιάσει το όριο. Κι αυτοί που το ‘πιασαν τι κατάλαβαν; Στοιβαγμένα χαρτιά πάνω στο γραφείο του Νίκου οι αιτήσεις. Σε κάθε γραφείο αυτών των δύο ορόφων έχει κι από μια τουλάχιστον τέτοια ντάνα. Έξω τους διαδρόμους χιλιάδες πάνω στους πάγκους. Στο ισόγειο πατείς με πατώ σε. Χειρονομίες, φωνές. Σειρά προτεραιότητας. Φωτοτυπίες και χαρτιά μ’ ανακοινώσεις κι υποδείξεις κολλημένα στο ασανσέρ και στους τοίχους. Θλίψη. Ο θυρωρός απαντά σε όλους μ’ ηρωικές κινήσεις και ιώβεια υπομονή. Τον θαύμασα βγαίνοντας.

Σόλωνος. Το παλιό μου γραφείο δεν θύμισε τίποτε από τέτοιες μέρες άλλων χρόνων. Μπήκα-βγήκα, ο Νίκος δεν ήταν εκεί ή μήπως είχε «εορταστική»; Στόλιζα πάντα ένα μικρό δεντράκι με πέντε-έξι λαμπιόνια. «Για το καλό» είχα και μερικούς ξηρούς καρπούς. Μπορούσα να τ’ αλλάξω όλα –νόμιζα– ‘κείνα τα πρώτα χρόνια. Τώρα τ’ αλλάζουν άλλοι στα χαρτιά και τα μνημόνια. Ο διάδρομος ίδιος, το ίδιο κι οι κλειστές πόρτες δεξιά αριστερά. Μια ανησυχητική ησυχία. Είναι κι οι μέρες της διαθεσιμότητας. Στο «προσωπικό» δε δέχτηκα τον καφέ που προθυμοποιήθηκαν –μετά τις αγκαλιές και τα φιλιά– να μου προσφέρουν. «Με φουντούκι, που σ’ αρέσει!» με παρακίνησε με λαχτάρα ειλικρινή ο Ανδρέας. Χρόνια τέτοιες μέρες ρυθμίζαμε τις άδειες, κάναμε σχέδια για τις γιορτές και τις εξόδους. Όνειρα για τη νέα χρονιά. Να ‘σου κι ο Νίκος. Τα είπαμε τα υπόλοιπα στο πόδι ανεβαίνοντας προς το Λογιστήριο Εξοικονόμηση πόρων, προϋπολογισμός ορίων –πάλι τα όρια– μείωση πιστώσεων, προσωπικού, διάθεσης. Μεσημέριασε. Ένα βιαστικό «χρόνια πολλά» στη Νικολέτα κατεβαίνοντας. Ο άλλος Νίκος –ο ΙΔΑΧ– «έτρεχε» για να βρει καμιά άκρη. Κενό το πόστο του στις «πληροφορίες». Πέντε-έξι αστυνομικοί γύρω απ’ την είσοδο. «Φοβάται ο καινούργιος» μου είχαν πει με νόημα χαριτολογώντας. Από ‘κει που προτείναμε κι επιμέναμε ν’ αποσυρθούν εντελώς; Είναι δίπλα τα Εξάρχεια. Πάντα ήταν δίπλα, αλλά αυτοί δεν χρειάζονταν. Βγήκα και τράβηξα προς την Πατησίων.

Η «στοά Φέξη» αποτελούσε από την εποχή των παιδικών μου χρόνων έναν από τους πιο ευχάριστους γιορτινούς προορισμούς. Μαγαζάκια πολλά, το ένα δίπλα στο άλλο φώτα και κίνηση, κόσμος πάνω-κάτω, παιχνίδια, ηλεκτρονικές συσκευές, ρολόγια, δίσκοι, ξηροί καρποί, αναμνηστικά και κοσμήματα. Νέκρα. Ρολά κι ενοικιαστήρια. Μαγαζάτορες σε κάποιες πόρτες. Κανείς δε χάζευε στις φωτισμένες βιτρίνες. Κινέζικα μπιχλιμπίδια. Άνοιξα το βήμα να ξεφύγω απ’ αυτή τη θλιβερή εικόνα διάψευσης κι απογοήτευσης. Την «Αράχωβα» την πρόσεξα μόνο απ’ τη μυρωδιά. Κάποιοι –ναι– κάθονταν έξω στα τραπεζάκια. Είχε και σήμερα ουρά;

Πότε στήσανε άγαλμα στον Παναγούλη απέναντι από το «REX»; Μπήκα από την Αρσάκη στη «Στοά του Βιβλίου». Η λινοτυπική μηχανή δεν πρόλαβε να προσελκύσει για μια ακόμα φορά το νοσταλγικό βλέμμα μου. Μαγαζιά κλειστά. Κι ο «Κοκκώνης» κλειστός; Το μαγαζί με τα πρώτα μου προσκοπικά; Το καφέ, ο Αναγνωστόπουλος στην άλλη γωνία; Είναι δίκαιο; Άραγε το «Αρσάκειο» λειτουργεί; Βγήκα στην Σταδίου κι ούτε που θυμήθηκα την όμορφη βραδιά της παρουσίασης του βιβλίου μου πριν μερικά χρόνια. Σίγουρα κι η λινοτυπική θ’ απορούσε που δεν μου περίσσεψε ούτε μια ματιά και γι’ αυτήν, που γερνάει σκονισμένη, με τους ατέρμονες ακίνητους και τις μήτρες της να μην γεννούν λέξεις, αράδες, να μη σμίγουν φράσεις να μην δένουν με το μολύβι της ιδέες, σελίδες, βιβλία, εφημερίδες.

Στο Σύνταγμα έστηναν σκαλωσιές το πρωί –μάλλον για το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Τώρα πια έχουν σχολάσει, πήγε μία. Πίσω μου το Υπουργείο Ανάπτυξης. Απέναντι προβάλουν οι πάνω όροφοι –τα ρετιρέ;– της Βουλής. Νερά χυμένα απ’ το σιντριβάνι. Ζητιάνοι. Από περιέργεια ανεβαίνω τα σκαλιά. Μόλις περνούσε το τουριστικό «Citysightseeing», καθόταν άραγε κανείς από την πλευρά προς τον «Άγνωστο», απ’ αυτήν δεν είδα κανέναν. Κάγκελα μπροστά στο μνημείο. Μόνο τα περιστέρια είναι λεύτερα. Λιακάδα και ψύχρα. Πόσο γαλάζιος είναι, Θεέ μου, ο ουρανός της Αθήνας; Ακόμα κι αν κανένα σύννεφο φανεί στον ορίζοντα, λες κι είναι για να γίνει πιο έντονη η αντίθεση.

Δεν θέλω να γυρίσω τον χρόνο πίσω. Μπροστά θέλω να τον πάω. Γιορτές έρχονται, σίγουρα θα νοσταλγήσω, θα μελαγχολήσω, αλλά, ρε γαμώτο, μπορώ να ελπίσω; Μπορώ να κοιτάξω μπροστά στο μέλλον, όπως ατενίζω αυτόν τον γαλάζιο ουρανό και γεμίζει η ψυχή μου φως και λιακάδα, και να ψιθυρίζω στον εαυτό μου με καμάρι και θαυμασμό: «Μεγάλε, είσαι τυχερός που ζεις και μεγαλώνεις τα παιδιά σου σ’ αυτή τη χώρα!»

Μπορώ; Μπορώ να βρω τον τρόπο, να επινοήσω. Μπορώ, τουλάχιστον, να προσπαθήσω.

Μπορώ, φτάνει να μην αισθάνομαι ότι θα 'ναι κι αυτό ένα ψέμα.

11 σχόλια:

  1. Πρέπει να προσπαθήσουμε όλοι Ευάγγελε.
    Δεν γίνεται να τα παρατήσουμε.
    Δεν πρέπει!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πρέπει, 'Ελενα, κι ελπίζω πως, παρά τις δυσκολίες και τα προβλήματα, τελικά θα τα καταφέρουμε!

      Διαγραφή
  2. Ευάγγελε με συγκίνησε το οδοιπορικό σου στα παλιά σου λημέρια. Είναι πολύ συγκινητικό να επιστρέφεις στους χώρους που κατέθεσες τα καλύτερα και πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής σου και να συναντιέσαι με τους ανθρώπους που μοιράστηκες μαζί τους χαρές,επιδιώξεις και αγωνίες.
    Στο ερώτημά σου, δεν υπάρχει καλύτερη απάντηση παρά οι στίχοι του Ελύτη που έχεις αναρτήσει στην αρχή της σελίδας σου:
    "...Κι αν είναι αυτό που μας πονάει κακό, τόχουμε νιώσει
    Εμείς τη λέμε τη ζωή, πηγαίνουμε μπροστά
    Και χαιρετούμε τα πουλιά της που μισεύουνε
    Είμαστε από καλή γενιά..."
    Είναι το ελάχιστο χρέος μας να διατηρήσουμε άσβεστη την ελπίδα και να αγωνιστούμε για τη γενιά που μας διαδέχεται.
    Τα σέβη μου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Οι άνθρωποι θέλουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους να ελπίσουν, να πιστέψουν, να εμπιστευτούν, αυτό κατάλαβα, Μαρία, κι απ' αυτές τις συζητήσεις των ημερών.
      'Εχουν ανάγκη να δουν τη ζωή τους να αλλάζει προς το καλύτερο.

      Η ελπίδα θα γεννηθεί μαζί με το πρώτο βήμα προς τα εμπρός.
      Μακάρι τη νέα χρονιά να το τολμήσουμε...

      Διαγραφή
  3. ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 187Α (MADE IN USA)



    ΚΑΤΩ ΟΙ ΤΡΟΜΟΝΟΜΟΙ

    ΟΧΙ ΣΤΑ ΤΡΟΜΟΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ

    ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΜΕΝΟΥΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Η μουντάδα των ημερών -η μέσα μουντάδα εννοώ- με απασχολεί κι εμένα. Είναι φανερό ότι δεν προέρχεται ή δεν προέρχεται μόνο από τις σκοτεινές βιτρίνες των άδειων καταστημάτων, αλλά δείχνει μια έλλειψη προσανατολισμού της κοινωνίας γενικότερα, αλλά και του καθενός από μας. Νομίζω ότι αυτό το "είμαι περήφανος που μεγαλώνω τα παιδιά μου εδώ" δεν αναφέρεται τόσο σε μια πραγματικότητα, αλλά σε μια δυνατότητα, στη δυνατότητα του τι μπορούμε να πετύχουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ακριβώς!...

      Αυτή τη δυνατότητα επιχειρώ να σκιαγραφίσω, προσπαθώντας με λέξεις κι εικόνες να οραματιστώ και να επινοήσω τρόπους να έρθει όσο γίνεται πιο κοντά, όσο γίνεται πιο ανώδυνα.

      Χαίρομαι -επέτρεψέ μου να αναφέρω με την ευκαιρία- να διαπιστώνω, ότι σκέψεις και απόψεις που διατυπώνονται σ' αυτή την ασήμαντη γωνιά του διαδικτύου, επισημαίνονται κι αποκωδικοποιούνται από τους φίλους που τις μοιράζονται και δίνουν ευκαιρίες για παραπέρα συζήτηση κι επικοινωνία.

      Να 'σαι καλά!

      Διαγραφή
  5. Πόσο άλλαξε η ζωή μας... Πόσο ακόμη θ' αλλάξει... Ευάγγελε, μακάρι να είναι αυτή η τελευταία χρονιά που θα μικρύνουμε τα όνειρα να χωρέσουν σε μνημόνια... Μακάρι... να είναι αυτές οι τελευταία γιορτές θλίψης.

    σε φιλώ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μακάρι, Εύα μου!

      'Ολοι ευχόμαστε όσο γίνεται πιο σύντομα να σταθεροποιηθεί η κατάσταση, να μπουν τα πράγματα κι οι ζωές μας σε μια σειρά και να ζήσουμε σε καλύτερες συνθήκες.

      Δύσκολοι καιροί, αλλά ας τους αρμενίσουμε με υπομονή όσο γίνεται πιο μονιασμένοι και πιο αλληλέγγυοι.

      Τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου!

      Διαγραφή
  6. Από τα 27 χρόνια του επαγγελματικού μου βίου τα 22 ήταν σε όλες τις περιοχές του κέντρου - κέντρου της Αθήνας, που περιγράφεις αγαπητέ μου. Σήμερα κάθε φορά που αλλάζω γραμμή μετρό, καθημερινά δηλαδή, και βγαίνω για δουλειές μου, κοιτώ να φύγω όσο πιο σύντομα γίνεται.
    Με στεναχωρεί αφάνταστα αυτή η "μιζέρια" και "μουντάδα" που έχει επιβλυθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
    Και που φυσικά έχει επεκταθεί και εδραιωθεί μέσα στις ψυχές μας.

    Είθε το τελευταίο σου μπορώ: "Μπορώ να κοιτάξω μπροστά στο μέλλον, όπως ατενίζω αυτόν τον γαλάζιο ουρανό και γεμίζει η ψυχή μου φως και λιακάδα, και να ψιθυρίζω στον εαυτό μου με καμάρι και θαυμασμό: «Μεγάλε, είσαι τυχερός που ζεις και μεγαλώνεις τα παιδιά σου σ’ αυτή τη χώρα!»
    Να γίνει και πάλι η αλήθεια μας!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Η χαρά μου ήτανε, Πηνελόπη, όταν ο πατέρας μου ανήγγειλε τη χριστουγεννιάτικη βόλτα στην Αθήνα, τότε που ήμουν παιδί.

      Μακάρι, εκείνη η πανέμορφη πόλη, η πρωτεύουσά μας, να ανακτήσει σύντομα την αίγλη και τη λάμψη που της ταιριάζει, όχι μόνο Χριστούγεννα και Πάσχα, αλλά κάθε μέρα του χρόνου.

      Εμείς είμαστε υπεύθυνοι και για το σήμερα και για το αύριο...

      Διαγραφή

Καλοπροαίρετα