Όσο έντονα και παραστατικά περιγράφονται στις διδαχές των θρησκειών οι μεταθανάτιες απολαύσεις σαν ανταπόδοση της προσήλωσης και της εν ζωή υποταγής στα κελεύσματα και τις επιταγές τους, άλλο τόσο γλαφυρά παρουσιάζεται κι η έννοια της τιμωρίας για τους παραβάτες της επιβεβλημένης συμπεριφοράς.
Σε κάθε περίπτωση, η εξουσία, η ανώτερη δύναμη, που παρακολουθεί και καταγράφει τις δραστηριότητες και την εν γένει συμπεριφορά των κοινών θνητών, όσο βρίσκονται στο μάταιο τούτο κόσμο, περιβάλλεται από υπερφυσικές ιδιότητες, ικανότητες και συμπεριφορές.
Σε κάθε περίπτωση η κρίση της δύναμης αυτής δεν επιδέχεται αμφισβητήσεις κι ενστάσεις, είναι τελεσίδικη –ούτε εφετεία, ούτε άρειοι πάγοι, αν κάποιος έχει τη δυνατότητα ν’ αναθεωρήσει αυτή την κρίση –έστω και την υστάτη στιγμή– είναι η ανώτερη δύναμη, αυτή και μόνο.
Φυσικά, δεν θα μπορούσε να παραχθεί έργο επί γης, αν δεν υπήρχαν οι ανά τον κόσμο εξουσιοδοτημένοι και κατάλληλα εκπαιδευμένοι εκπρόσωποι, οι οποίοι θα φρόντιζαν να οργανώσουν και να κατευθύνουν τις ανθρώπινες δραστηριότητες σε τρόπο που να προσανατολίζονται και ν’ αντιστοιχούν με ακρίβεια στις επιταγές και τις διδαχές, που φυλάνε στις παρακαταθήκες τους.
Οι θεματοφύλακες αυτοί, λειτουργώντας πάντα εξ ονόματος της ανώτερης δύναμης, υποδεικνύουν, επιτάσσουν, επιβραβεύουν ή επιτιμούν τα οργανωμένα κοινωνικά σύνολα ανάλογα με το κατά πόσον οι δραστηριότητες που μεταξύ τους αναπτύσσουν, αλλά και σε σχέση με τους ίδιους τους θεματοφύλακες συμπορεύονται με τις κατευθύνσεις που έχουν δοθεί.
Όπως είναι αυτονόητο, η επίκληση και μόνο αυτής της αόρατης δύναμης από τους εκπροσώπους της, δημιουργεί εκ προοιμίου την υποχρέωση για υπακοή και πειθαρχία, εφόσον στα πεπερασμένα ανθρώπινα σύνολα είναι έμφυτη η ανάγκη της αποδοχής και της επιβράβευσης από εκείνους που εξ ορισμού έχουν το μονοπώλιο του ελέγχου και της αξιολόγησης της συμπεριφοράς τους.
Το αποτέλεσμα αυτής της ανισοβαρούς σχέσης είναι οι μεν εκπρόσωποι να διευρύνουν την εξουσία και την επιρροή των απόψεών τους στις τυπικά ή άτυπα οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις, οι δε οργανωμένες κοινωνίες, μέσω των δικών τους εκλεγμένων τυπικά ή άτυπα εκπροσώπων, να επιδιώκουν τη σύναψη –ενίοτε όχι μόνο με το αζημίωτο– ευνοϊκών σχέσεων ή δεσμών με τους επί γης εκπροσώπους της ανώτερης δύναμης, ώστε να απολαμβάνουν –κατά το δυνατόν– σταθερά και σε βάθος χρόνου την ευμενή απέναντί τους στάση.
Όσο τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά –κατά το κοινώς λεγόμενον– δεν παρατηρείται κανένα πρόβλημα στις μεταξύ τους σχέσεις, οι οποίες ρυθμίζονται μέσα σε πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης και συμφερόντων. Τα προβλήματα –όπως είναι αυτονόητο– αρχίζουν όταν διασαλευτεί η ισορροπία. Παγκόσμια; Ευρωπαϊκή; Αμερικανική ή Ελληνική; Λίγη σημασία έχει.
Οι επί γης εκπρόσωποι σπεύδουν στην περίπτωση αυτή –πάντα εξ ονόματος και για την προστασία των σταθερών και του συμφέροντος της ανώτερης δύναμης– να παρέμβουν ρυθμιστικά, ώστε να αποκαταστήσουν την δυσλειτουργία. Ενίοτε –αν αυτό υπαγορεύεται από λόγους δογματισμού ή απόλυτης προσήλωσης στις άγραφες παρακαταθήκες– ο ηγέτης των εκπροσώπων με την επίκληση της λεγόμενης «αυτορύθμισης» δεν προβαίνει σε καμία ενέργεια και αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν.
Για τις περιπτώσεις ανυπακοής, παρεκκλίσεων ή και κατ’ εξακολούθηση παράβασης των κανόνων, οι εκπρόσωποι αξιοποιούν το μέτρο του «επιτιμίου» –που είναι ποινή ανάλογα με το παράπτωμα– ώστε ο παραβάτης να αντιληφθεί το σφάλμα του, να μεταβάλει τη στάση και τη συμπεριφορά του, να συνετιστεί και να μπορέσει να μετέλθει και πάλι σαν ισότιμος στην πανανθρώπινη κοινωνία.
Αν τώρα κάποιοι βρίσκουν, ότι τα παραπάνω ταιριάζουν με τις «αγορές», τους «οίκους αξιολόγησης» και τις διακρατικές οικονομικές σχέσεις, δικαίωμά τους...
Η σωτηρία της ψυχής είναι πολύ μεγάλο πράγμα
Η σωτηρία της Ελλάδας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Καλοπροαίρετα